-
1 υδριάς
-
2 ὑδριάς
-
3 ὑδριάς
-
4 υδριας
-
5 υδρίας
ὑδρίᾱς, ὕδριοςof water: fem acc plὑδρίᾱς, ὕδριοςof water: fem gen sg (attic doric aeolic)ὑδρίᾱς, ὑδρίαwater-pot: fem acc plὑδρίᾱς, ὑδρίαwater-pot: fem gen sg (attic doric aeolic) -
6 ὑδρίας
ὑδρίᾱς, ὕδριοςof water: fem acc plὑδρίᾱς, ὕδριοςof water: fem gen sg (attic doric aeolic)ὑδρίᾱς, ὑδρίαwater-pot: fem acc plὑδρίᾱς, ὑδρίαwater-pot: fem gen sg (attic doric aeolic) -
7 ὑδριάς
ὑδριάς, ἡ, Νύμφη, Wassernymphe -
8 ὑδρίας
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ὑδρίας
-
9 ὑδριάς
-
10 φιλ-υδρίας
φιλ-υδρίας, ὸ, = φίλυδρος, VLL.
-
11 μεθ-υδριάς
μεθ-υδριάς, άδος, ἡ, Wassernymphe, Νύμφαι, Alc. 12 ( Plan. 226).
-
12 ἐφ-υδριάς
-
13 ἐν-υδρίας
ἐν-υδρίας, ὁ, ἄνεμος, Sturm mit Regen, Callim. frg. 35.
-
14 ἐξ-υδρίας
ἐξ-υδρίας, ὁ, Wind mit Regen, Arist. mund. 4.
-
15 μεθυδριάς
A = ὑδριάς, water-nymph, APl.4.226 (pl., Alc.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > μεθυδριάς
-
16 ἀν-ορύσσω
-
17 ανορυσσω
-
18 εξυδριας
-
19 υδριά
-
20 ὑδριά
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ὑδριάς — of the water fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υδριάς — άδος, ἡ, Α αυτή που ζει σε τόπους γεμάτους νερό («τὰ κηρία καὶ αἱ μέλισσαι οἰκεῑα σύμβολα ὑδριάδων νυμφῶν», Πορφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕδριος + επίθημα άς (πρβλ. οἰν άς)] … Dictionary of Greek
ὑδρίας — ὑδρίᾱς , ὕδριος of water fem acc pl ὑδρίᾱς , ὕδριος of water fem gen sg (attic doric aeolic) ὑδρίᾱς , ὑδρία water pot fem acc pl ὑδρίᾱς , ὑδρία water pot fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριά — ὑδριάς of the water fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριάδας — ὑδριάς of the water fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριάδες — ὑδριάς of the water fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριάδεσσιν — ὑδριάς of the water fem dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριάδων — ὑδριάς of the water fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑδριάσι — ὑδριάς of the water fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Γιουγκοσλαβία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Παλαιότερη ονομασία: Ομοσπονδιακή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας Έκταση: 102.173 τ.χλμ Πληθυσμός: 10.656.929 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Βελιγράδι (1.280.600 κάτ. το 2002)Κράτος … Dictionary of Greek
μεθυδριάς — μεθυδριάς, άδος, ἡ (Α) νύμφη τών υδάτων, νεράιδα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μετ(α) * + ὑδριάς «αυτή που ζει στα νερά» (< ὕδριος), πρβλ. εφ υδριάς] … Dictionary of Greek