Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὑγείη

См. также в других словарях:

  • υγείη — ἡ, Α ιων. τ. βλ. υγεία …   Dictionary of Greek

  • ὑγείη — ὕγειος sound fem nom/voc sg (epic ionic) ὑγεία fem nom/voc sg (epic ionic) ὑσσω hyssop aor opt pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑγείῃ — ὕγειος sound fem dat sg (epic ionic) ὑγεία fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υγεία — Αρχαία ελληνική θεότητα, προσωποποίηση της υγείας του σώματος και της ψυχής. Ως αρχαιότερο κέντρο λατρείας της αναφέρεται η Τιτάνη στη Σικυώνα, όπου βρισκόταν ιερό του Ασκληπιού και της Υ. Αναφέρεται ότι ο Aρίφρων ο Σικυώνιος έγραψε ύμνο για τη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»