-
1 ὁποσος-οῦν
ὁποσος-οῦν, wie viel auch immer; Thuc. 6, 56; Plat. Soph. 245 d; Luc. Iup. conf. 17.
-
2 ὁποσος-τις-οῦν
ὁποσος-τις-οῦν, wie viel auch immer, z. B. ὁποσουτινοςοῦν πριάμενοι, Lys. 22, 15.
-
3 ὁποσοςοῦν
-
4 ὁποσοςτιςοῦν
-
5 Much
adj.P. and V. πολύς, Ar. and P. συχνός.Frequent: P. and V. πυκνός.Countless: V. μυρίος (also Plat. but rare P.).So much: P. and V. τοσοῦτος, τοσόσδε, V. τόσος (rare P.).Twice as much: V. δὶς τόσος; see Twice.Four times as much: P. τετράκις τοσοῦτος (Plat., Meno. 83B).——————adv.With comparatives: P. and V. πολύ, πολλῷ.Too much: see Excessively.Make much of, consider important, v.: P. περὶ πολλοῦ ποιεῖσθαι (acc.); see Value.So much: P. and V. τοσοῦτον, τοσοῦτο, τοσόνδε.With comparatives: P. and V. τόσῳ (rare P.), τοσούτῳ, τοσῷδε.So much for that: P. and V. τοιαῦτα μὲν δὴ ταῦτα, P. ταῦτα μὲν οὖν οὕτω, περὶ τούτων τοσαῦτα εἰρήσθω, Ar. καὶ ταῦτα δὴ ταῦτα, V. τούτων μὲν οὕτως, τοιαῦτα μὲν τάδʼ ἐστί.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Much
См. также в других словарях:
οποσοσούν — ὁποσοσοῡν, ὁποσηοῡν, ὁποσονοῡν (Α) (αντων.) 1. όσο πολύς, όσο μεγάλος 2. (το ουδ. ως επίρρ.) ὁποσονοῡν οσοδήποτε μεγάλος, όσες φορές περισσότερος ή όσες φορές μεγαλύτερος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + οὖν (πρβλ. οιοσ ούν)] … Dictionary of Greek
οποσάπους — ὁποσάπους, ουν (Α) (σε πλάγ. ερώτ.) πόσων ποδών ως προς το μήκος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πούς, ποδός (πρβλ. οκτά πους)] … Dictionary of Greek
οποσαπλάσιος — ὁποσαπλάσιος, ία, ον (Α) 1. ὁποσαπλασίων* πόσες φορές μεγαλύτερος 2. (με το οὖν) ὁποσαπλασιοσοῡν όσες φορές περισσότερος και αν. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁπόσος + πλάσιος*] … Dictionary of Greek
οποσουτινοσούν — ὁποσουτινοσοῡν (Α) (αντων.) (κυρίως σε πλάγ. ερώτ.) οσοδήποτε μεγάλης τιμής. [ΕΤΥΜΟΛ. Γεν. μιας αντων. ὁποσοστισοῦν (< ὁπόσος + τις + οὖν)] … Dictionary of Greek
όπη — ὅπη, επικ. τ. ὅππη και κατά ορθότ. γρφ. ὅπῃ, δωρ. τ. ὅπᾳ και ὅππᾳ, ὅπη και ὅπει, αιολ. τ. ὄππα ή ὄππᾳ και ὅπα, ιων. τ. ὅκη ή ορθότ. ὅκῃ (Α) (επίρρ. σε αναφορικές προτάσεις ή πλάγιες ερωτήσεις) 1. (για τόπο) ποιο δρόμο ή από ποιο δρόμο, ποια… … Dictionary of Greek