Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἱέρεω

См. также в других словарях:

  • ἱερέως — ἱερέω̆ς , ἱερεύς priest masc gen sg ἱερεύς priest masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φλέω — Α (κατά τον Ησύχ.) «Διονύσου ἱερόν». [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τ. τής προσωνυμίας τού Διονύσου Φλεύς*, ο οποίος παραμένει δυσερμήνευτος. Ο τ. Φλέω θα μπορούσε πιθ. να αποτελεί έναν τ. γενικής προερχόμενο από μία φρ. *ἐν Φλέω. Κατ άλλη άποψη, ο τ.… …   Dictionary of Greek

  • ἱερέων — ἱερά serpent fem gen pl (epic ionic) ἱεραί filled with fem gen pl (epic ionic) ἱερεύς priest masc gen pl ἱερέω̆ν , ἱερεύς priest masc gen pl ἱερή fem gen pl (epic ionic) ἱερός filled with masc/fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»