-
1 Ηραιον
Ἡραῖον, ἭραιονIτό Герейон, храм Геры (в Арголиде между Аргосом и Микенами, в Платеях на Самосе и др.) Her., Thuc., Plut.IIτό и Ἡραῖον τεῖχος τό Герей (город во Фракии, близ Перинфа на Пропонтиде) Her., Dem. -
2 Ηραιον...
Ἥραιον...Ἡραῖον, ἭραιονIτό Герейон, храм Геры (в Арголиде между Аргосом и Микенами, в Платеях на Самосе и др.) Her., Thuc., Plut.IIτό и Ἡραῖον τεῖχος τό Герей (город во Фракии, близ Перинфа на Пропонтиде) Her., Dem. -
3 Ήραιον
-
4 Ἥραιον
-
5 Ηραίον
-
6 Ἡραῖον
-
7 Ἡραῖος
A of Hera, Ἥραιον or Ἡραῖον (sc. ἱερόν), τό, temple of Hera, Hdt.1.70, Th.3.68, Duris 60 J., etc.: Ἡραῖα (sc. ἱερά), τά, her festiual,Ἡ. τὰ ἐν Ἄργει SIG1064.9
(Halic.), cf. Paus.2.24.2; epith. of Zeus,Διῒ Ἡραίῳ χοῖρος IG12.840.21
. -
8 ἀνα-τίθημι
ἀνα-τίθημι (s. τίϑημι), 1) aufstellen, aufhängen, aufladen; Hom. Iliad. 22, 100 (ἅπαξ εἰρ.) Πουλυδάμας μοι πρῶτος ἐλεγχείην ἀναϑήσει, cr wird mir einen Vorwurf aufladen, vgl. ἀνάπτειν; κῦδός τινι Pind. Ol. 5, 8; übh. zuschreiben, οὐ γὰρ ἄν οἱ ἀνέϑεσαν πυραμίδα ποιήσασϑαι ταύτην Her. 2, 134; vgl. 135; als Prädicat beilegen, Xen. Mem. 3, 14, 7; αἰτίαν τινί Plat. Alc. I, 118 a; ἐπίτινα Pol. 5, 1, 8; χάριν τινί, 24, 7; – aufpacken, ἄχϑος Ar. Equ. 1051; σκεῦος Xen. An. 3, 1, 30; med., ἐπὶ τὰ ὑποζύγια Cyr. 8, 5, 4 An. 2, 2, 4; übertr., πάντα πράγματά τινι, Einem anvertrauen, Ar. Nubb. 1436; Thuc. 8, 82 u. oft Pol. u. Plut. – Med., auf sich nehmen, ἀναϑέμενος ἀπάγει τὰ ξύλα Lys. 7, 19; Ael. V. H. 3, 22; Luc. D. Mar. 8, 2; εἰς τὸν ἵππον Tox. 52; vgl. Ver. Hist. 2, 42; Plut. Artax. 11. – Bes. als Weihgeschenk in einem Tempel aufstellen, einem Gotte weihen, Hes. O. 656; von Pind. u. Her. an sehr häufig, z. B. τῷ Ἀπόλλωνι 1, 92; oft ἐς τὸ Ἥραιον, ἐς τὴν Ἑλλάδα, ἐς Δελφούς, 4, 88. 2, 182. 2, 135; Plat. Phaedr. 239 e; εἰς τὰ ἱερά Legg. XII, 943 c; εἰκὼν ἀνατεϑησομένη εἰς ἀγοράν Din. 1, 43; ἀνάϑημα ἀνατιϑέναι Her. 8, 121 u. sonst. Uebtr., τὰς ἀκοάς τινι, die Ohren leihen, Pol. 24, 3, 9; βωμόν, νεών, errichten, 5, 43, 10; Plut. Caes. 6. – 2) umsetzen, z. B. die Steine im Brettspiel, daher med., seine Meinung ändern, etwas zurücknehmen, in tmesi, Her. 8, 77; ἀναϑέσϑαι ἔξεστιν, εἴ πη ἔχετε ἄλλο τι φάναι Plat. Prot. 354 e, u. sonst; οὐκ ἀνατίϑεμαι, μὴ οὐ καλῶς λέγεσϑαι Men. 89 d; vgl. Phaed. 87 a; bes. oft de lucri cup., wo die Stelle ὥσπερ πεττεύων ἐϑέλω σοι ἐν τοῖς λόγοις ἀναϑέσϑαι, ὅ, τι βούλει τῶν εἰρημένων, ich will es zurückgeben und ändern lassen, 229 e, zu merken; vgl. Xen. Mem. 1, 2, 44 u. 2, 4, 4; δόξαν, γνώμην, D. Hal. 8, 56. 72; τὰ κατηγορημένα, die Anklage zurücknehmen, Luc. Pisc. 38. – 3) zurücksetzen, aufschieben, Hdn. 3, 5, 2; Plut.; hierher zieht man Soph. Ai. 471 τί γὰρ παρ' ἦμαρ ἡμέρα τέρπειν ἔχει προςϑεῖσα κἀναϑεῖσα τοῠγε κατϑανεῖν, dem Tode uns nähernd od. nur Aufschub verursachend; οὐδαμῶς ἀναϑετέον Plat. Legg. XI, 935 e; Sp.
-
9 Ηρα
ион. Ἥρη ἥ Гера (соотв. лат. Juno, старшая дочь Кроноса и Реи, сестра и супруга Зевса, мать Арея, Гефеста и Гебы); ее эпитеты у Hom.Διὸς κυδρέ παράκοιτις «славная супруга Зевса», πρέσβα «почтенная», «чтимая», πότνια «властительница», χρυσόθρονος «златопрестольная», λευκώλενος «белорукая», ἠΰκομος «прекраснокудрая», βοῶπις «волоокая», χρυσοπέδιλος «с золотыми сандалиями», δολοφρονέουσα «замышляющая хитрости», Ἀργείη «аргосская богиня» (в Арголиде было наибольшее количество посвященных ей храмов, в том числе Ἥραιον);
как покровительница — браков и охранительница семейных устоев она именуется также Τελεία, Γαμηλία, Ζυγία и Εἰλείθυια: -
10 Ήραια
-
11 Ἥραια
-
12 Ηραίοιο
-
13 Ἡραίοιο
-
14 Ηραίοις
-
15 Ἡραίοις
-
16 Ηραίοισι
Ἥραιονneut dat pl (epic ionic aeolic)Ἡραί̱οισι, Ἡραῖοςof Hera: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
17 Ἡραίοισι
Ἥραιονneut dat pl (epic ionic aeolic)Ἡραί̱οισι, Ἡραῖοςof Hera: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
18 Ηραίοισιν
Ἥραιονneut dat pl (epic ionic aeolic)Ἡραί̱οισιν, Ἡραῖοςof Hera: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
19 Ἡραίοισιν
Ἥραιονneut dat pl (epic ionic aeolic)Ἡραί̱οισιν, Ἡραῖοςof Hera: masc /neut dat pl (epic ionic aeolic) -
20 Ηραίου
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Ἥραιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηραίον — I Ναός αφιερωμένος στη θεά Ήρα. Τέτοιοι ναοί υπήρχαν σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Οι κυριότεροι ήταν: 1. Το H. του Άργους, το οποίο βρισκόταν ανάμεσα στο Άργος και στις Μυκήνες, στις πλαγιές ενός λόφου που λεγόταν Εύβοια. Ο ναός αυτός χτίστηκε από… … Dictionary of Greek
Ἡραῖον — Ἡραῖος of Hera masc acc sg Ἡραῖος of Hera neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηραίον Τείχος — Αρχαίαμικρή πόλη της Θράκης, αποικία των Σαμίων, μεταξύ Βισάνθης και Περίνθου. Επειδή την πολιορκούσε ο Φίλιππος B’, ζητήθηκε συνδρομή από τους συμμάχους Αθηναίους. Αυτοί ψήφισαν την αποστολή βοήθειας 40 τριηρών και 60 ταλάντων· έδωσαν όμως μόνο… … Dictionary of Greek
Χώνικας (Νέον Ηραίον) — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία ‘Aργους, του νομού Αργολίδας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (13 τ. χλμ.) … Dictionary of Greek
Ἡραίοιο — Ἥραιον neut gen sg (epic) Ἡραί̱οιο , Ἡραῖος of Hera masc/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡραίοις — Ἥραιον neut dat pl Ἡραί̱οις , Ἡραῖος of Hera masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡραίοισι — Ἥραιον neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἡραί̱οισι , Ἡραῖος of Hera masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡραίοισιν — Ἥραιον neut dat pl (epic ionic aeolic) Ἡραί̱οισιν , Ἡραῖος of Hera masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡραίου — Ἥραιον neut gen sg Ἡραί̱ου , Ἡραῖος of Hera masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡραίων — Ἥραιον neut gen pl Ἡραί̱ων , Ἡραῖος of Hera fem gen pl Ἡραί̱ων , Ἡραῖος of Hera masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)