-
1 ηιόεις
-
2 ἠιόεις
-
3 ἠϊόεις
Aἐπ' ἠϊόεντι Σκαμάνδρῳ Il.5.36
; perh. connected by later poets with ἠϊών, henceἠ. Πάνορμος Q.S.1.283
; κόλλουρος haunting the shore, Marc.Sid.22: but perh. also with ἤϊα (A),χήνεσιν ἠϊόεν πεδίον κάτα βοσκομένοισιν Q.S.5.299
; derived from ἴον by EM423.14. -
4 ἠιόεις
ἠιόεις, εσσα: doubtful word, with changing banks, Il. 5.36†. (The above interpretation assumes a derivation from ἠιών, some rivers like the Scamander, in warm countries, with their sources in neighboring mountains, have in consequence of rains a broad rugged bed out of proportion to the ordinary size of the stream, and banks ragged and often high.)A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἠιόεις
-
5 ηιόεν
-
6 ἠιόεν
-
7 ηιόεντα
-
8 ἠιόεντα
-
9 ήόεις
-
10 ᾐόεις
-
11 ηιόεντι
-
12 ἠιόεντι
См. также в других словарях:
ηιόεις — ἠϊόεις, εσσα, εν (Α) 1. (πιθ. ερμην.) αυτός που έχει ψηλές, απότομες όχθες («καθεῑσεν ἐπ ἠϊόεντι Σκαμάνδρῳ», Ομ. Ιλ.) 2. αυτός που έχει πολλά καλάμια, πλούσιος σε καλαμιώνες 3. πιθ. λιβάδι 4. αυτός που βρίσκεται ή που έρχεται κοντά στην ακτή.… … Dictionary of Greek
ἠιόεις — haunting the shore masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἠιόεν — ἠιόεις haunting the shore masc voc sg ἠιόεις haunting the shore neut nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἠιόεντα — ἠιόεις haunting the shore neut nom/voc/acc pl ἠιόεις haunting the shore masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἠιόεντι — ἠιόεις haunting the shore masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ᾐόεις — ἠιόεις haunting the shore masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ηιών — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Μακεδονίας. Στην αριστερή όχθη του Στρυμόνα, σε απόσταση 25 σταδίων από την Αμφίπολη, o Ξέρξης κατασκεύασε κοντά της γέφυρα για να περάσει ο περσικός στρατός στη Μακεδονία. Αργότερα, o Πέρσης στρατηγός… … Dictionary of Greek