-
1 Έρρηφόρος
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > Έρρηφόρος
-
2 ἐρρηφόρος
A = ἀρρηφόρος, ib.902. (Cf. ἐρση-φορία, -φόρος.)Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐρρηφόρος
-
3 ἐῤῥη-φορέω
ἐῤῥη-φορέω, eine ἐῤῥηφόρος sein, Ἀϑηνᾷ Πολιάδι Inscr. 431.
-
4 ἀρρηφόρος
Grammatical information: f.Meaning: name of the girls, who in Athens carried the symbols of Athena in procession (Paus.).Derivatives: ἀρρηφορία `procession of ἀρρηφόροι' (Lys.)Origin: XX [etym. unknown]Etymology: Unexplained. In antiquity derived from ἄρρητος `unsaid, mystrerious' (with ununderstandable loss of - το-; there is no evidence for *ἀρρητ-), resp. ἔρση `dew', also name of a daughter of Kekrops. Adrados, Emerita 19 (1951) 117-133. Burkert, Hermes 94 (1966) 1ff.Page in Frisk: 1,151-152Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἀρρηφόρος
См. также в других словарях:
αρρηφόρος — ἀρρηφόρος, η (Α) κοπέλα που έπαιρνε μέρος στην πομπή των Αρρηφορίων. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. αρρηφόρος καθώς και οι σημασιολογικά παράλληλοι τ. ερρηφόρος και ερσηφόρος είναι αβέβαιης ετυμολ. και έχουν γίνει πολλές υποθέσεις για την προέλευσή τους.… … Dictionary of Greek