-
1 επισημαίνει
-
2 ἐπισημαίνει
-
3 επισημαίνει
assenyala -
4 επισημαινω
1) тж. med. ставить знак, отмечать, обозначатьτῶν ἀκρωτηρίων ἀντίληψις ἐπεσήμαινεν Thuc. — поражение конечностей было признаком (перенесенной болезни);
ἐπισημανθήσεται κείνου κεκλῆσθαι λαὸς ὄνομ΄ ἐπώνυμος Eur. — этот народ будет носить его (Ахея) имя;ἐπισημαίνεσθαί τινι ἓν εἶδος Plat. — обозначить что-л. как один вид;ἐπισημηνάμενος, ἐάν τε ἰάσιμος ἐάν τε ἀνίατος δοκῇ εἶναι Plat. — указав, считает ли он его излечимым, или нет2) (тж. ἐ. τὸ θεῖον Plut.) давать знак, посылать знамение(τινί Xen., Plut., Diod.)
3) указывать, давать указание, заявлять(ἐπισημαίνει ὅ Πυθαγόρας, ὅτι … Plut.)
(τὰς εὐθύνας Dem.)
5) med. одобрять, хвалить(τινα и τι Polyb.; τοὺς παρά τινος λόγους Aeschin.)
τοὺς ἀκούοντας ἐ. καὴ θορυβεῖν ἀναγκάζειν Isocr. — вызывать у слушателей шумное одобрение6) med. отмечать, отличать, награждать(τῶν πολιτῶν τινας δώροις Polyb.)
7) показывать, отмечать(τέν ἀρχήν τινος Arst.; med. τῆς γλώττης τέν διαμαρτίαν τῷ μειδιάματι Luc.)
8) med. клеймить, порицать(τινα Diod.; τὰς παρανόμους τῶν πράξεων Polyb.)
9) показываться, обнаруживатьсяἐὰν μέλιτος ἀφθονία ἐπισημαίνῃ Arst. — когда мед появляется в изобилии;impers. ἐπισημαίνει Arst. — появляются признаки, обнаруживается -
5 ἐπι-σημαίνω
ἐπι-σημαίνω, 1) darüber ein Zeichen machen, bezeichnen, wie γράμματα ἐπισεσημασμένα, mit darüberstehenden Punkten bezeichnet, Aen. Tact. 31; übh. bezeichnen, κἀπισημανϑήσεται κείνου κεκλῆσϑαι λαός Eur. Ion 1593; von der Gottheit, eine Vorbedeutung geben, durch ein Anzeichen ihren Willen zu erkennen geben, ὁ ϑεὸς ἐπεσήμαινεν αὐτῷ ὅσιον εἶναι Xen. Hell. 4, 7, 2; Plut. Num. 22 Demetr. 12; D. Sic. 19, 103. Auch in der Bdtg des med. loben, Pol. 9, 9. – Med. sich Etwas bezeichnen, mit einem Zeichen versehen, ἐάν τε ἰάσιμος ἐάν τε ἀνίατος δοκῇ εἶναι Plat. Gorg. 526 b; Phil. 25 a; sich vorzeichnen, Legg. V, 744 a; übh. bemerklich machen, andeuten, III, 681 b; Sp., τῷ μειδιάματι ἐπισημηνάμενος τῆς γλώσσης τὴν διαμαρτίαν Luc. pro laps. 1; τὰς εὐϑύνας, sie untersiegeln, zum Zeichen, daß man sie für richtig anerkennt, Dem. 18, 250; durch ein Zeichen seinen Beifall zu erkennen geben, loben, καὶ ϑορυβεῖν Isocr. 12, 2; ἐπισημαινόμενον τὸν δῆμον καὶ δεδεγμένον τοὺς παρ' ἐμοῦ λόγους Aesch. 2, 49; πάντων τὸ ῥηϑὲν ἐπισημηναμένων Pol. 3, 111, 3, öfter, wie a. Sp., κρότῳ μεγάλῳ τὸ γεγονός D. Sic. 17, 106; δώροις τινά, Einen durch Geschenke auszeichnen, belohnen, Pol. 6, 39, 6; seltener durch Tadel auszeichnen, tadeln, App. B. C. 5, 15; D. Sic. 13, 27. – 2) intr., sich bemerklich machen, sich zeigen, bes. von Witterungs- u. Krankheitsvorzeichen, eintreten, τῶν ἀκρωτηρίων ἀντίληψις τοῦ λοιμοῦ ἐπεσήμαινε Thuc. 2, 50; Hippocr.; öfter bei Arist., τὰ περὶ τοὺς μαστούς, τὰ ἐπιμήνια u. ä., gener. anim. 1, 19. 20 H. A. 7, 3; σεισμὸς ἐφ' ἓν καὶ ἐπὶ δύο ἔτη ἐπισημαίνει κατὰ τοὺς αὐτοὺς τόπους Meteorl. 2, 8; τῷ Ῥώμῳ ἐπισημαίνουσι γῦπες ἕξ D. H. 1, 86. 87.
-
6 pip
-
7 ἐπισημαίνω
A mark, γράμματα Aen. Tact.31.3 ([voice] Med.):—[voice] Med., seal, μαρτυρίας τᾷ δαμοσίᾳ σφραγῖδι SIG l.c.:— [voice] Pass., to have a mark set on one, κἀπισημανθήσεται κείνου κεκλῆσθαι .2. of a disease, τῶν ἀκρωτηρίων ἀντίληψις αὐτοῦ ἐπεσήμαινεν the seizure of his extremities set a mark upon him, Th.2.49:—[voice] Pass., ἢν ἅπαξ ἐπισημανθῇ if once he has the mark of the disease upon him, Hp.Morb.Sacr.8.b. indicate as a symptom, πολλὰ τοῦνοσώδους Philostr.Gym.30
: as a weather-sign,αὐχμούς Id.Her.2.9
:—[voice] Pass., show symptoms of disease, Gal.14.661.II. indicate, c. acc. et inf.,ὁ θεὸς ἐπεσήμαινεν αὐτῷ ὅσιον εἶναι X.HG4.7.2
.III. intr., give signs, appear as a symptom in a case, Hp.Epid.1.18; ἄρθρονἐ. συντεταμένον Id.Art.30
; of puberty, show itself, Arist.GA 727a8, 728b24; of weather-signs, indicate a change of weather, Thphr.Sign. 10, etc.; of omens,τῷ Ῥώμῳ γῦπες ἐ. ἕξ D.H.1.86
, etc.;εἰς τὸ δημόσιον Paus.3.12.7
; of the gods, δαιμόνιον αὐτοῖς ἐ. D.S.19.103, cf. 5.3, Plu. Num.22, Sull.14: impers., ἐπισημαίνει symptoms appear, Arist.HA 572b32;ἐ. περὶ τοὺς μαστούς Id.GA 728b29
.IV. [voice] Med. ([tense] pf. [voice] Med. in act. sense, Phld.Mus.p.82 K., Ir.p.5 W., [tense] aor. [voice] Pass., Id.Rh.1.58S., al.), assign as a distinguishing mark,μίαν τινὰ φύσιν Pl.Phlb. 25a
, cf. Plt. 258c; distinguish,τί βούλομαι Id.Lg. 744a
; ἐάν τε ἰάσιμος ἐάν τεἀνίατος δοκῇ εἶναι Id.Grg. 526b
: abs., D.S.13.28; τοσοῦτον -σημηναμένους having added so much by way of explanation, Gal.17(1).800.2. signify, indicate, ὃ.. Ὅμηρος ἐπες. Pl.Lg. 681e; ἐ. ἐν τοῖς ὅρκοις ὅτι " οὐκ ἀδικήσω" Arist.Pol. 1310a11;τῷ μειδιάματι.. τὴν διαμαρτίαν Luc.Laps.1
; remark, " ὀρθῶς" Thphr.Char.2.4.3. set one's name and seal to a thing (in token of approbation), ἐπισημαίνεσθαι τὰςεὐθύνας D.18.250
: generally, applaud, signify approval, Isoc.12. 2, Aeschin.2.49, Men.Phasm.Fr.I, etc.: rarely in bad sense, disapprove, M.Ant.6.20, App.BC5.15; of a historian, Plb.2.61.1.4. distinguish by reward or punishments,ἐπισημαίνεσθαί τινα δώροις Id.6.39.6
;τοὺς μὲν χάρισι, τοὺς δὲ κολάσεσιν Id.Fr. 148
; τὰ καλὰ (Delos, ii B.C.), cf. 51.12 (Ptolemais, iii B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπισημαίνω
См. также в других словарях:
ἐπισημαίνει — ἐπισημαίνω mark pres ind mp 2nd sg ἐπισημαίνω mark pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… … Dictionary of Greek
αισθητική — I (Φιλοσ.). Φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με την τέχνη, επιδιώκοντας να προσδιορίσει την ουσία, τον χαρακτήρα και τις σχέσεις της με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο ορισμός της φιλοσοφίας της τέχνης ως α. είναι δημιούργημα των νεότερων … Dictionary of Greek
αποσηματικός — ή, ό λέξη που αναφέρεται στο βιολογικό φαινόμενο, κατά το οποίο ένας δηλητηριώδης ή επιβλαβής οργανισμός επισημαίνει στους ενδεχόμενους καταβροχθιστές του την επικίνδυνη φύση του … Dictionary of Greek
ενόραση — Φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία η αντίληψη ή η κατανόηση κάποιου αντικειμένου είναι δυνατή μόνο με τη νοητική εποπτεία και χωρίς συλλογισμό. Η ε. ήταν η θεμελιώδης αρχή των νεοπλατωνικών και όλων των μυστικιστών. Κατά τους νεότερους… … Dictionary of Greek
επίσημα — το (Α ἐπίσημα και δωρ. τ. ἐπίσαμα) [σήμα] νεοελλ. 1. σφραγίδα πάνω σε χαρτόσημο, η οποία αλλάζει την αξία του 2. σήμα, σφράγισμα πάνω σε χρυσά ή ασημένια αντικείμενα, για να διαπιστώνεται η γνησιότητα και η περιεκτικότητά τους σε χρυσό ή άργυρο 3 … Dictionary of Greek
οβελιστής — ο [οβελίζω] 1. γραμματικός που επισημαίνει με οβελό, με σημείο μη γνησιότητας, νόθο χωρίο αρχαίου κειμένου και επομένως αυτός που χαρακτηρίζει ως μη γνήσιο ένα χωρίο ή μια λέξη αρχαίου κειμένου 2. αυτός που ψήνει σε σούβλα … Dictionary of Greek
ουμανισμός — Πολιτιστικό κίνημα (λογοτεχνικό, φιλολογικό και φιλοσοφικό), που συνδυάζεται με την καλλιτεχνική Αναγέννηση των ευρωπαϊκών κρατών κατά τον 15o και 16o αι. Ο ο. ξεκινά από την τάση προς μόρφωση, την αγωγή και την πνευματική και σωματική… … Dictionary of Greek
πυρσωρίδα — η, / πυρσωρίς, ίδος, ΝΜΑ νεοελλ. ναυτ. μικρό σκάφος ειδικής κατασκευής το οποίο φέρει φάρο και είναι μόνιμα αγκυροβολημένο σε διάφορες θαλάσσιες περιοχές για να επισημαίνει κινδύνους και να διευκολύνει τη ναυσιπλοΐα, αλλ. καραβοφάναρο μσν. αρχ.… … Dictionary of Greek
σημάδεμα — το, Ν [σημαδεύω] 1. το να επισημαίνει κανείς κάτι, η τοποθέτηση διακριτικού σημείου, η επισήμανση 2. σκόπευση 3. σακάτεμα … Dictionary of Greek