Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ἐξαμαρτάνω

См. также в других словарях:

  • ἐξαμαρτάνω — Acut. (Sp.) pres subj act 1st sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξαμαρτάνω — (AM ἐξαμαρτάνω) [αμαρτάνω] αμαρτάνω, αποτυγχάνω, διαπράττω σφάλμα («σοφῷ γὰρ αἰσχρὸν ἐξαμαρτάνειν, Αισχύλ.) αρχ. 1. δεν πετυχαίνω τον στόχο («μἡ τι παίοντες ἐξαμαρτῶμεν», Ξεν.) 2. (για αρρώστια) θεραπεύομαι ελλειπώς 3. (για πολίτευμα) έχω σοβαρές …   Dictionary of Greek

  • ἐξαμαρτάνῃ — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres subj mp 2nd sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres ind mp 2nd sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτήσῃ — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor subj mid 2nd sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor subj act 3rd sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξάμαρτε — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor imperat act 2nd sg ἐξά̱μαρτε , ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor ind act 3rd sg (doric aeolic) ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτανομένων — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part mp fem gen pl ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part mp masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτανόντων — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part act masc/neut gen pl ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτησόμεθα — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) aor subj mid 1st pl (epic) ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) fut ind mid 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτάνει — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres ind mp 2nd sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτάνοντα — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part act neut nom/voc/acc pl ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐξαμαρτάνοντι — ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres part act masc/neut dat sg ἐξαμαρτάνω Acut. (Sp.) pres ind act 3rd pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»