-
1 εναντιον
Iτό, in crasi τοὐναντίον, тж. pl. ἐναντία τά, in crasi τἀναντία (тж. κατὰ τἀναντία Plat. и ἐκ τῶν ἐναντίων Polyb.)1) напротив, наоборот Soph., Thuc., Xen., Plat.πᾶν τοὐναντίον Plat. и πάντα τἀναντία Xen. — как раз наоборот, совсем напротив;
τὰ ἔναντία τούτων Her., Thuc. и τἀναντία τούτοις Plat. — в противоположность этому;τοὐναντίον δρῶν ἢ προσῆκ΄ αὐτῷ ποιεῖν Arph. — поступая не так, как ему следует, а как раз наоборот2) в лицо, лицом к лицу(προσβλέπειν τινά Eur.)
τὸν ἐναντίον ὧδε κάλεσσον Hom. — позови его сюда;ἐ. παντὸς τοῦ λαοῦ NT. — перед лицом всего народаII(1) в лицо(βλέπειν ἐ. τινός Eur.)
(2) навстречу(ἰέναι Hom. и ἐλθεῖν ἐ. τινός Pind.)
(3) перед лицом, в присутствии(ἐ. ἁπάντων Thuc.; ἐ. τῶνδε Soph.)
(μάχεσθαι ἐ. τινός, νεικεῖν ἐ. ἀλλήλοισιν Hom.)
τό1) противоположность(ἥ τῶν ἐναντίων ἐπιστήμη Arst.)
2) враждебная партия Xen. -
2 εναντίον
ἐναντίονindeclform (adverb)ἐναντίοςopposite: masc acc sgἐναντίοςopposite: neut nom /voc /acc sg -
3 ἐναντίον
ἐναντίονindeclform (adverb)ἐναντίοςopposite: masc acc sgἐναντίοςopposite: neut nom /voc /acc sg -
4 ενάντιον
ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 3rd pl (attic epic)ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 1st sg (attic epic)ἐνάντῑον, ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 3rd pl (epic ionic)ἐνάντῑον, ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 1st sg (epic ionic)ἐνά̱ντιον, ἐν-ἀντάωcome opposite to: imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic)ἐνά̱ντιον, ἐν-ἀντάωcome opposite to: imperf ind act 1st sg (epic doric ionic aeolic) -
5 ἐνάντιον
ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 3rd pl (attic epic)ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 1st sg (attic epic)ἐνάντῑον, ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 3rd pl (epic ionic)ἐνάντῑον, ἐν, ἀνά-τίωimperf ind act 1st sg (epic ionic)ἐνά̱ντιον, ἐν-ἀντάωcome opposite to: imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic)ἐνά̱ντιον, ἐν-ἀντάωcome opposite to: imperf ind act 1st sg (epic doric ionic aeolic) -
6 ἐναντίον
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐναντίον
-
7 ἐναντίον
ἐναντίον neut. of ἐναντίος① pert. to being in front of, in the sight of, before, functions as prep. w. gen. (Hom. et al.; ins, pap, LXX, En; PsSol 8:8; TestSol 22:2 HP; TestJob 15:8; JosAs 23:11; ParJer; ApcMos 32; Jos., Ant. 16, 344).ⓐ before ἐ. τοῦ θεοῦ before God 2 Cl 11:7; ἐ. τοῦ λαοῦ in public (Ex 19:11) Lk 20:26; ἐ. πάντων Mk 2:12 v.l.; ἐ. τοῦ κείραντος before the shearer Ac 8:32; 1 Cl 16:7; B 5:2 (all three Is 53:7). ἀναγγέλλειν ἐ. τινός proclaim before someone 1 Cl 16:3 (Is 53:2).ⓑ in the sight or judgment (of) (cp. our ‘before the court’; cp. Gen 10:9; Sir 39:20; 1 Macc 3:18; 7:25) δίκαιος ἐ. τοῦ θεοῦ Lk 1:6 (s. ἐνώπιον 3); δυνατὸς ἐ. τοῦ θεοῦ 24:19. ἔδωκεν αὐτῷ χάριν καὶ σοφίαν ἐ. Φαραώ Ac 7:10 (Gen 39:21).② adv. w. art. τοὐναντίον on the other hand (X., Pla. et al.; 3 Macc 3:22; Philo, Op. M. 2; Jos., Ant. 1, 270; 18, 24) 2 Cor 2:7; Gal 2:7; 1 Pt 3:9; MPol 12:1.—DELG s.v. ἄντα. M-M. s.v. ἐναντίος. -
8 ἐναντίον
+ 193-92-38-71-38=432 Gn 6,8.11.13; 7,1; 10,9[τινος]: opposite, facing Ez 33,31; in the presence of Gn 6,8; before, in the sight of Gn 10,9; against (in hostile sense) Nm 14,27τοὐναντίον on the other hand 3 Mc 3,22; εὐαρέστει ἐναντίον ἐμοῦ be well-pleasing before me Gn 17,1Cf. LE BOULLUEC 1989 95.131.139.260-261; SOLLAMO 1975 773-782; 1979 21-28; WIKENHAUSER 1910,263-270 -
9 ἐναντίον
{предл., 5}перед лицом, в присутствии, напротив.Ссылки: Мк. 2:12; Лк. 20:26; 24:19; Деян. 7:10; 8:32.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ἐναντίον
-
10 εναντίον
{предл., 5}перед лицом, в присутствии, напротив.Ссылки: Мк. 2:12; Лк. 20:26; 24:19; Деян. 7:10; 8:32.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > εναντίον
-
11 ἐναντίον
перед (лицом), в присутствии, напротив.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐναντίον
-
12 ἐναντίον
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἐναντίον
-
13 εναντίον
[энаидион] επίρ противоположно. -
14 εναντίον
contre -
15 εναντίον
1) kontra (f) rzecz.2) na przyim.3) naprzeciw przysł.4) przeciw przyim.5) przeciwko przysł.6) przy przyim.7) wbrew przyim. -
16 εναντίον
proti -
17 εναντίον
1) against2) versusΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > εναντίον
-
18 ἐν-αντίος
ἐν-αντίος, α, ον, geg enüb er; – a) eigtl. mit zugewandtem Gesicht, wie Eustath. oft erkl. ἀντιπρόςωπος, zugewendet; so bei ἧσϑαι, ὁρμᾶσϑαι, ἐλϑεῖν, Il. 9, 190. 5, 12. 6, 251; αὐτῷ δ' οὔπω φαίνετ' ἐναντίη, von Angesicht zu Angesicht, Od. 6, 329; auch von Sachen, ἀκταὶ ἐν. ἀλλήλῃσιν προὔχουσιν 10, 89; in entgegengesetzter Richtung, ἐναντίοι ἀλλήλοισιν ὀγμὸν ἐλαύνουσιν Il. 11, 67. So überall auch in Prosa; δύο ἅμαξαι ἐναντίαι ἀλλήλαις τοὺς λίϑους ἐπῆγον Thuc. 1, 93; τοῖς προςώποις ἐναντίοις κειμένοις Plat. Conv. 190 a. Dah. – b) feindlich gegenüberstehend; in dieser Bdtg bei Hom. mit dem gen., ἐναντίοι ἔσταν Ἀχαιῶν Il. 5, 497; Ἕκτορος ἦλϑ' ἐν. Soph. Ai. 1285; τινί, Eur. Suppl. 856; Xen. An. 3, 2, 10; τὸ ἐναντίον στρατόπεδον Plat. Lach. 193 a; ὧν ἐναντίον ἀπέδωκε Dem. 27, 21; Lys. 17, 2 u. öfter; ὁ ἐναντίος, der Gegner, Aesch. Spt. 357 Eum. 746; Soph. El. 986; Thuc. 4, 64; Plat. Rep. V, 471 b. – c) übh. entgegengesetzt; δίκαια καὶ τἀναντία Soph. Ant. 663; τινί u. τινός, Plat. Crat. 413 e; Rep. III, 394 b; τἀναντία τῶν συμφερόντων συμβουλεύειν Dem. 19, 8; oft τοὐναντίον, das Gegentheil, ἐκείνῳ τούτου Plat. Phil. 39 e; Lys. 215 e; ἐπὶ τοὐναντίον ἕλκειν, auf die entgegengesetzte Seite, Phaed. 94 b; πάντα τἀναντία συμβαίνει ἤ Xen. Mem. 3, 12, 4. – Sehr gew. von Hom. an ist ἐναντίον adverb. gebraucht, in den verschiedenen Bdtgn; εἰς ὦπα ἰδέσϑαι ἐναντίον Od. 23, 107; προςβλέπειν ἐν. Eur. Hec. 968; ἐναντίον ἵστασ' ἐμεῖο Il. 13, 448, vgl. Od. 17, 544; ἐναντίον φίλων ἐλϑεῖν Pind. frg. 253; ὀνειδίζεις με τῶνδ' ἐναντίον Soph. O. C. 1006, vor diesen; wie ἐναντίον ἁπάντων λέγειν Thuc. 6, 25, ἐναντίον Σωκράτους εἶπε Plat. Crat. 427 d; vgl. Is. 1, 11; ὅρκον τίϑεσϑαι ἐν. Διός Pol. 7, 9, 2; – τοὐναντίον, im Gegentheil, Xen. Cyr. 8, 4, 9 u. öfter; bes. Plat., der auch ἐναντίον ἤ, Legg. XII, 966 a (vgl. Ar. Plut. 14 Her. 1, 22), u. ἐν. καί, Rep. VIII, 567 d Legg. XII, 967 a vrbdt, Eben so adverb. gebraucht ἐξ ἐναντίας, Her. 8, 7 Thuc. 4, 33 u. Folgende; ἐκ τῶν ἐναντίων, Pol. 5, 9, 9; κατὰ τἀναντία, Plat. Tim. 39 a; οἱ ἐκ τοῠ ἐναντίου, die Gegenüberstehenden, Xen. Hell. 4, 5, 15, im Ggstz von οἱ ἐκ πλαγίου. – Seltner ἐναντίως, auf entgegengesetzte Weise, Plat. Phaed. 84 a u. Folgde; ἐναντίως ἔχειν Plat. Euthyd. 278 a; τοῖς ἐναντίως ἢ ὡς ἀνδραπόδοις τραφεῖ. σιν Theaet. 175 d.
-
19 τουναντίον
ἐναντίον, ἐναντίονindeclform (adverb)ἐναντίον, ἐναντίοςopposite: masc acc sgἐναντίον, ἐναντίοςopposite: neut nom /voc /acc sg -
20 τοὐναντίον
ἐναντίον, ἐναντίονindeclform (adverb)ἐναντίον, ἐναντίοςopposite: masc acc sgἐναντίον, ἐναντίοςopposite: neut nom /voc /acc sg
См. также в других словарях:
ἐναντίον — indeclform (adverb) ἐναντίος opposite masc acc sg ἐναντίος opposite neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εναντίον — και εναντίο και ενάντιο(ν) (AM ἐναντίον Μ και ἐναντίο και ἐνάντιο[ν]) επίρρ. 1. (με εχθρ. διάθ.) κατά κάποιου («και θανάσιμο τινάζεις εναντίο τους κεραυνό», Σολωμ.) 2. αντίθετα με κάποιον ή με κάτι 3. σε αντίθετη κατεύθυνση, κόντρα σε κάποιον ή… … Dictionary of Greek
ἐνάντιον — ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 3rd pl (attic epic) ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 1st sg (attic epic) ἐνάντῑον , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 3rd pl (epic ionic) ἐνάντῑον , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 1st sg (epic ionic) ἐνά̱ντιον , ἐν ἀντάω come… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοὐναντίον — ἐναντίον , ἐναντίον indeclform (adverb) ἐναντίον , ἐναντίος opposite masc acc sg ἐναντίον , ἐναντίος opposite neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek
Ιωάννης — I (Juan).Όνομα δύο βασιλιάδων της Αραγονίας. 1. I. A’ (1350 – 1395). Βασιλιάς της Αραγονίας (1387 95). Ήταν γιος του Πέτρου Δ’, που άφησε τη διακυβέρνηση του κράτους του στη σύζυγό του, Γιολάνδη. Ο Ι. Α’ προστάτευσε τις τέχνες και τα γράμματα,… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Κάρολος — I (Charles). Όνομα επτά αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Κ. Α’. Βλ. λ. Καρλομάγνος. 2. Κ. Β’, ο Φαλακρός (Φρανκφούρτη 823 – Μπριντ λε Μπεν, Σαβοΐα 877). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (875 877). Ήταν υστερότοκος… … Dictionary of Greek