Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἁπάσαις

См. также в других словарях:

  • ἀπάσαις — ἀπά̱σαις , ἀπό ἄω 3 satiate aor opt act 2nd sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἁπάσαις — ἁπά̱σαις , ἅπας sṃ fem dat pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • PANATHENAEA — Erichthonius Vulcani filius Minervae festum instituit, et Α᾿θήναια vasi dicas Minervalia, vocavit. Harpocration, Η῎γαγε δὲ τὴν ἑορτὴν ὁ Ε᾿ριχθόνιος ὁ Η῾φαίςτου, καθά φασιν Ε῾λλάνικός τε καὶ Α᾿νδροτιὼν, ἑκάτερος εν πρώτῃ Α᾿τθίδος πρὸ τούτου δὲ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • THALLOPHORI — apud Io. Chrysostomum, Hom. 8. de Anna, Annon videtis frequenter quod, qui in urbibus versantur, pueros nuper lacte depulsos faciunt thallophoros: sunt frondiferi, seu ramos olivae aliarumque arborum manibus ferentes, ex Graeco Θαλλοφόροι. Apud… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • κοσμικός — ή, ό (ΑM κοσμικός, ή, όν) [κόσμος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον κόσμο, στο σύμπαν (α. [στην πυθαγόρεια φιλοσοφία] «κοσμική μουσική» το σύνολο τών διακεχυμένων στο σύμπαν αρμονιών β. «τ οὐρανοῡ δὲ καὶ τῶν κοσμικῶν πάντων», Αριστοτ.) 2.… …   Dictionary of Greek

  • λυδίων — ίωνος, ὁ (Α) (στους Ρωμαίους) μίμος, υποκριτής, ορχηστής («ἐν ἁπάσαις [ταῑς πομπαῑς] πρόσηβοι κόροι... στοιχηδὸν πορεύονται καλούμενοι πρὸς αὐτῶν... λυδίωνες», Δίον. Αλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. ludio, ionis και ludius, ii «υποκριτής, μίμος»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»