-
1 άδοντι
ἀείδωil.Parv..pres part act masc /neut dat sgἀείδωil.Parv..pres ind act 3rd pl (doric aeolic) -
2 ᾄδοντι
ἀείδωil.Parv..pres part act masc /neut dat sgἀείδωil.Parv..pres ind act 3rd pl (doric aeolic) -
3 αδόντι
-
4 ἁδόντι
-
5 συμπαθης
21) относящийся с симпатиейσ. ἐστιν ὅ ἀκροατές τῷ ᾄδοντι Arst. — певец находит отклик в слушателе;
νεῦρα ἀλλήλοις συμπαθέα Anth. — созвучные друг другу струны2) сочувствующий, соболезнующий -
6 ἁνδάνω
1 please, be pleasing to c. dat.Τυνδαρίδαις τε φιλοξείνοις ἁδεῖν εὔχομαι O. 3.1
πατέρα τε Δαμάγητον ἁδόντα Δίκᾳ O. 7.17
εἴη, Ζεῦ, τὶν εἴη ἁνδάνειν P. 1.29
ἁδόντα δ' εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν P. 2.96
τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται P. 6.51
Καλλίας ἁδὼν ἔρνεσι Λατοῦς N. 6.36
ἐγὼ δ' ἀστοῖς ἁδὼν καὶ χθονὶ γυῖα καλύψαι (sc. εὔχομαι) N. 8.38 χαλκέῳ τ' Ἄρει ἅδον (i. e. πολέμων ἦσαν ἔμπειροι. Σ.) I. 4.15 Ζηνί τε ἅδον βασιλέι (Er. Schmid: θ' ἅδον codd: τίμιαι γεγένηνται. Σ.) I. 8.18 -
7 μάλα
1 greatly, reallya c. verb.φιλεῖ δέ μιν Παλλὰς, μάλα φιλεῖ δὲ παῖς O. 2.27
μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87
μάλα δ' ἐθέλοντι σύμπειρον ἀγωνίᾳ θυμὸν ἀμφέπειν N. 7.10
Ἡσιόδου μάλα τιμᾷ τοῦτ' ἔπος I. 6.67
separated from its verb,ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν ὥτε φοινικανθέμου ἦρος ἀκμᾷ, παισὶ τούτοις ὄγδοον θάλλει μέρος Ἀρκεσίλας P. 4.64
b c. adj., part.μιν αἰνέω, μάλα μὲν τροφαῖς ἑτοῖμον ἵππων O. 4.14
κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78μάλα ἁδόντι νόῳ P. 6.51
τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον σύγγονοι P. 9.107
μάλα μὲν ἀνδρῶν δικαίων περικαδόμενοι N. 10.54
κ]αὶ μάλ' ἐπις[ Δ. 4a. 2.c ? c. adv.σφίσιν μάλα πρᾶξον δικαίως Pae. 8.12
a c. verb. καὶ πολυκλείταν περ ἐοῖσαν ὅμως Θήβαν ἔτι μᾶλλον ἐπασκήσει fr. 194. 5.b c. adj. in comparisons.τεκεῖν μή τιν' πόλιν φίλοις ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν Θήρωνος O. 2.93
ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν P. 10.57
3 superl. μᾰλιστα, especially, most of allἀστῶν δ' ἀκοὰ κρύφιον θυμὸν βαρύνει μάλιστ ἐσλοῖσιν ἐπ ἀλλοτρίοις P. 1.84
ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.35
ἀεθλονικία δὲ μάλιστ' ἀοιδὰν φιλεῖ N. 3.7
“ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα θνατῶν πολύστροφον γνώμαν κυβερνᾷ fr. 214. 3. c. gen.,μάλιστα μὲν Κρονίδαν θεῶν σέβεσθαι P. 6.23
τῶν νῦν δὲ καὶ Θρασύβουλος πατρῴαν μάλιστα πρὸς στάθμαν ἔβα P. 6.45
τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν N. 6.56
τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; I. 7.2 frag., ] μαλισταβ[ P. Oxy. 2445, fr. 21a. -
8 νόος
νόος (νόος, -ῳ, -ον, νόον.)a purpose, will; mind (of men, gods)χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν O. 1.19
ὥστ' ἔμφρονι δεῖξαι μαθεῖν Πατρόκλου βιατὰν νόον O. 9.75
μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87
ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40
τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95
ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89
Χίρωνα νόον ἔχοντ ἀνδρῶν φίλον P. 3.5
πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.68
“ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. δίχα μοι νόος ἀτρέκειαν εἰπεῖν fr. 213.4. esp. dat. c. adj., pro adv., ἀλαθεῖ νόῳ O.2.92.ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44
τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται P. 6.51
εὐμενεῖ νόῳ P. 8.18
ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67
μυριᾶν δ' ἀρετᾶν ἀτελεῖ νόῳ γεύεται N. 3.42
γείτον' νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι N. 7.88
εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.45
νηλεεῖ νόῳ δ fr. 177e.b wits; wisdom κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ (sc. Ἀπόλλων) P. 3.29εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103
κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.110
Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122
νόῳ δὲ πλοῦτον ἄγει (sc. Ἀρκεσίλας) P. 6.47ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.5
ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40
αἰνέω καὶ Πυθέαν χερσὶ δεξιόν, νόῳ ἀντίπαλον I. 5.61
c fragg. ] ἔσφαλ' ὅλῳ νόῳ ( ὀλοῷ coni. van Groningen) fr. 1a. 6. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35. -
9 προσέχω
προσέχω med.,1 be attached, devoted to c. dat. τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται (Er. Schmid: προσέρχεται codd.) P. 6.51 -
10 παραφαίνω
A show beside or by uncovering,μηδ' αἰδοῖα.. παραφαινέμεν Hes.Op. 734
;σπάθην Philem.70
; οὐδὲν παραφῆναι τοῦ σώματος give no glimpse of it, Ar.Ec.94 ;π. τῶν ὀδόντων ὅσον ἀπόχρη τῷ ᾄδοντι Philostr.Im.1.10
; οἱ μαζοὶ μικρὰ τῆς ὁρμῆς παραφαίνουσιν ib.2.32.II [voice] Pass., appear, disclose itself, Pl.Tht. 199c ;ἐν τῷ νῦν λόγῳ παραφανέντι Id.Sph. 231b
, cf. Arist.Po. 1449a2 ;π. σωτηρία Hierocl. in CA2p.422M.
; Archiv f.Religionswiss.18.258
; come into view, ofan enemy, Ascl.Tact.10.11, 14.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παραφαίνω
-
11 συμπαθής
συμπαθ-ής, ές,A affected by like feelings, sympathetic,οὐδεὶς ὁμαίμου -έστερος φίλος Pl.Com.192
;σ. ἐστιν ὁ ἀκροατὴς τῷ ᾄδοντι Arist.Pr. 921a36
, cf. Pol. 1340a13; πρὸς τὰ γεννηθέντα συμπαθέστεραι μᾶλλον αἱ μητέρες γίνονται [τῶν τιτθῶν] Sor.1.87, cf. 88.2 exerting mutual influence, interacting,ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα συμπαθῆ Arist.Phgn. 808b19
, cf. Epicur.Ep.1p.20U.; νεῦρα ἀλλήλοις ς. AP11.352 (Agath.); sensitive to influence,τὸ ἐν τῇ καρδίᾳ θερμόν.. -έστατον Arist.PA 653b6
, cf. Thphr.CP1.7.4; of the members of an organism, Hp.Alim.23, Plot.4.5.8;ὁ κόσμος σύμπνους καὶ σ. αὐτὸς αὑτῷ Chrysipp.Stoic.2.264
; exciting sympathy,χερῶν σ. ὑπτιασμός Phld.Rh.1.52
S., cf. D.H.2.45: [comp] Sup., PHerc.176p.39V.3 of planets, in concord, Vett.Val.37.14; defined by Serapio in Cat.Cod.Astr.8(4).226.II Adv. - θῶς sympathetically, Phld. Lib.p.37 O., Cic.Att.12.44.1;τῇ σελήνῃ Str.3.5.8
;σ. ἔχειν πρός τινα J.AJ7.10.5
;- έστερον ἐρᾶσθαι Arist.Mir. 846b9
, cf. Plu.2.3c;- έστατα IG12(2).58b33
(Mytil., 1 B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συμπαθής
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Русский