Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀστᾰφίς

См. также в других словарях:

  • ασταφίς — ἀσταφίς και ὀσταφίς και σταφίς, η (Α) 1. η σταφίδα 2. το κρασί που παρασκευάζεται από σταφίδα, ο σταφιδίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Παράλληλοι τ. οσταφίς (σπάνιος) και σταφίς (Ιπποκρ., θεόκρ.) από τους οποίους ο τ. ασταφίς (Ιων.… …   Dictionary of Greek

  • ἀσταφίς — dried grapes fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδα — ἀσταφίς dried grapes fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδας — ἀσταφίς dried grapes fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδες — ἀσταφίς dried grapes fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδι — ἀσταφίς dried grapes fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδος — ἀσταφίς dried grapes fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίδων — ἀσταφίς dried grapes fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίσι — ἀσταφίς dried grapes fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσταφίσιν — ἀσταφίς dried grapes fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σταφίδα — Ο αποξηραμένος μαύρος καρπός της σταφιδαμπέλου, αλλά και η ίδια η σταφιδάμπελος, όπως επίσης και το κτήμα που φέρει φυτεία σταφιδαμπέλου. Ασταφίς και σταφίς ήταν όροι με τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες χαρακτήριζαν κάθε αποξηραμένη σταφυλή. Η… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»