Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀριθμοί

См. также в других словарях:

  • Αριθμοί — Το τέταρτο βιβλίο της Πεντατεύχου. Ο τίτλος προέρχεται από την αρίθμηση (απογραφή) των Ισραηλιτών με την οποία αρχίζει το βιβλίο. Σε αυτό εξιστορείται η πορεία των Ισραηλιτών από το Σινά έως τη χώρα Μωάβ. Τα 36 κεφάλαια του βιβλίου χωρίζονται σε… …   Dictionary of Greek

  • ἀριθμοῖ — ἀριθμέω number pres opt act 3rd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀριθμοί — ἀριθμός number masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μιγαδικοί αριθμοί — Αριθμοί που αποτελούνται από πραγματικές και φανταστικές μονάδες. Είναι γνωστό ότι η εξίσωση αx = β (πρώτου βαθμού), όπου α, β είναι ρητοί αριθμοί και α ≠ 0, έχει μία και μόνο μία λύση. Αυτό ισχύει, γενικότερα, και στην περίπτωση, που οι α, β… …   Dictionary of Greek

  • φίλοι αριθμοί — Δύο φυσικοί αριθμοί ονομάζονται φίλοι όταν ο καθένας τους ισούται με το άθροισμα των διαιρετών του άλλου (μεταξύ των διαιρετών συγκαταλέγεται ο 1, εξαιρείται όμως ο ίδιος ο αριθμός). Έτσι, είναι φίλοι οι αριθμοί 220 και 284 (οι διαιρέτες του… …   Dictionary of Greek

  • αρνητικοί αριθμοί — Οι πραγματικοί αριθμοί, οι μικρότεροι από το μηδέν. Γενικότερα σε ένα δοθέν διατεταγμένο σώμα ονομάζονται α.α., τα στοιχεία του εκείνα τα οποία, ως προς τη διάταξη του σώματος, παίζουν τον ίδιο ρόλο με τους α.α. μέσα στο σώμα των πραγματικών… …   Dictionary of Greek

  • περιοδικοί δεκαδικοί αριθμοί — Δεκαδικό είναι ένα κλάσμα όταν στον παρονομαστή του έχει μια δύναμη του 10. Επειδή το 10 είναι το γινόμενο των πρώτων παραγόντων 2 και 5, φαίνεται εύκολα ότι ένα κλάσμα με μ και ν πρώτους προς αλλήλους, μπορεί να γραφεί ως δεκαδικό μόνο όταν ο… …   Dictionary of Greek

  • τέλειοι αριθμοί — Κατά τον ορισμό των πυθαγόρειων, ένας φυσικός αριθμός θεωρείται τέλειος, όταν προκύπτει ως άθροισμα των διαιρετών του, συμπεριλαμβανομένης και της μονάδας. Εάν 2ν–1 είναι πρώτος αριθμός, δηλαδή διαιρετός μόνο από τον εαυτό του και τη μονάδα, τότε …   Dictionary of Greek

  • ακέραιος — Ολόκληρος, πλήρης, ανέπαφος, σώος· ανόθευτος, άδολος, τίμιος. (Μαθημ.) Α. αριθμός. Οι α. θετικοί ή φυσικοί αριθμοί αποτελούν ένα από τα θεμέλια της μαθηματικής επιστήμης και πρέπει να θεωρούνται προμαθηματικές έννοιες που έχουν αποκτηθεί από… …   Dictionary of Greek

  • αναλυτική γεωμετρία — Με τον όρο αυτό νοείται το σύνολο των μεθόδων που επιτρέπουν συστηματικά τη μετάφραση γεωμετρικών προβλημάτων σε προβλήματα αναλυτικά και, σε συνέχεια, τη γεωμετρική παράσταση των αποτελεσμάτων, τα οποία προκύπτουν. Ως θεμελιωτές της α.γ.… …   Dictionary of Greek

  • παράγοντας και κοινός παράγοντας — (Μαθημ.). Οποιοιδήποτε αριθμοί, όταν συνδέονται μεταξύ τους με την πράξη του πολλαπλασιασμού, είναι οι παράγοντες του γινομένου τους. Ο πολλαπλασιασμός τελείται μεταξύ παραγόντων και έτσι η έννοια π. είναι σύμφυτη με την πράξη αυτή. Κάθε γινόμενο …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»