-
1 ἐπικηρύσσω
A- κεκήρυχα D.19.21
:— proclaim, ἐπικηρυχθεὶς χθονί proclaimed king, A.Th. 634;ἐ. πόλεμόν τινι D.C.78.38
([voice] Pass.).2. esp. of penalties, ἐ. θάνατον τὴν ζημίαν ὃς ἂν.. proclaim death as the penalty, X.HG1.1.15; ἐ. ἀργύριον ἐπί τινι set a price on his head, Hdt.7.214 (but ἀργύριον, of a money penalty, Arist.Oec. 1351b31); χρήματά τινι ἐ. D.I.c.; λάφυρον κατά τινων issue letters of marque, Plb.4.26.7:—[voice] Pass.,καί οἱ φυγόντι.. ἀργύριον ἐπεκηρύχθη Hdt.7.213
; τὰ ἐπικηρυχθέντα χρήματα the price set upon one's head, Nymphod.12, cf. Plu. Them.26; but also ὁ ἐπικηρυχθείς the proscribed person, outlaw, D.C.37.10 (pl.).3. offer as a reward, χρημάτωνπλῆθος τοῖς ἀνελοῦσι D.S.14.8
, cf. D.C.56.43;τὸ -κηρυχθὲν τῷ ἀγαγόντι Plu.Them.29
: c. inf.,τάλαντον δώσειν τῷ ἀπαγαγόντι Lys.6.18
.II. put up to public auction, (iii B.C.), cf. PRev.Laws48.13 (iii B.C.), SIG975.6 (Delos, iii B.C., [voice] Pass.), v.I. for ἀποκ. in Plu.Cam.8.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπικηρύσσω
-
2 ὑποκινδυνεύω
A run some risk, f. l. for ἀποκ- in Plu.Pel.2 (corr. Reiske).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποκινδυνεύω
См. также в других словарях:
πιέζω — ΝΜΑ και δωρ., αιολ. και μτγν. τ. πιάζω, ιων. και επικ. τ. πιεζέω Α 1. σφίγγω δυνατά, ζουλώ με δύναμη, θλίβω, συνθλίβω, συμπιέζω, ασκώ πίεση (α. «πιέζω το βαμβάκι» β. «χειρὶ ἑλὼν ἐπίεζε βραχίονα», Ομ. Ιλ.) 2. συσφίγγω, συμμαζεύω, στοιβάζω,… … Dictionary of Greek
Αποκάλυψις του Ιωάννη — Τίτλος του μοναδικού προφητικού βιβλίου στην Καινή Διαθήκη που βρίσκεται τελευταίο στη σειρά από όλα τα άλλα βιβλία της. Συγγραφέας της είναι o απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης, που έχει γράψει το τέταρτο Ευαγγέλιο και τις τρεις καθολικές… … Dictionary of Greek
Απόστολοι — I Στη χριστιανική εκκλησία είναι οι δώδεκα μαθητές του Ιησού Xpιστού, τους οποίους διάλεξε προσωπικά ο ίδιος και στους οποίους έδωσε το τιμητικό όνομα του Αποστόλου (Λουκ. στ’ 12 31). Αρχικά Α. ονομάζονταν οι δώδεκα μαθητές του Κυρίου, ο αριθμός… … Dictionary of Greek