Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἀνήλωσεν

См. также в других словарях:

  • ἀνήλωσεν — ἀνή̱λωσεν , ἀναλίσκω use up aor ind act 3rd sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Gnomic aspect — A gnomic aspect (abbreviated gno), sometimes called a neutral, generic or universal aspect or tense, is a grammatical aspect that expresses general truths or aphorisms such as birds fly, sugar is sweet, a mother can always tell.[1][2] It is one… …   Wikipedia

  • Ολυμπιάδα — Ονομασία τεσσάρων οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 670 μ.) στην πρώην επαρχία Εορδαίας του νομού Κοζάνης. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 550 μ.) στην επαρχία Ελασσόνας του νομού Λαρίσης. 3. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 50 μ.) του νομού Ηλείας. 4.… …   Dictionary of Greek

  • μαραίνω — (AM μαραίνω) 1. κάνω ένα φυτό να χάσει τη θαλερότητα του, συντελώ στο να ξεραθεί ένα φυτό (α. «ο ήλιος μάς μάρανε τα λουλούδια» β. «ἐπὶ ἀνθέων τών μαραινομένων», Ερμογ.) 2. μτφ. κάνω κάποιον ή κάτι να χάσει τη ζωτικότητα και τη φρεσκάδα του,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»