-
1 ἀμοιβαδίς
A by turns, alternately, ἀ. ἄλλοθεν ἄλλος one after another, Theoc.1.34;ἀ. ἀνέρος ἀνὴρ ἑζόμενος A.R.4.199
, cf. Nonn.D.24.227:—also [suff] ἀμοιβ-αδόν, Parm.1.19, A.R.2.1226, Ti.Locr.68e, Them.Or.17.215b, Agath.2.21.II in turn, again, Epigr.Gr.998.9.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβαδίς
-
2 ἀμοιβάδιος
A = ἀμοιβαῖος, Opp.C.4.349, Q.S.5.65, AP12.238 (Strat.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβάδιος
-
3 ἀμοιβάζω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβάζω
-
4 ἀμοιβάς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβάς
-
5 ἀμοιβαῖος
A giving like for like, retributive,δεῖπνα Pi.O.1.39
; retributive, νέμεσις, φόνος, AP10.123 (Aesop.), Opp.C.2.485. Adv.- ως
alternately,Luc.
Am.9.II interchanging, reciprocal, Emp.30.3; ἀ. βιβλία interchanged letters, Hdt.6.4; ἀ. χάρις exchange of favours, A.R.3.82 (but ἀ. εὐνή ambiguous (half-human, half-animal), 2.1241):—τὰ ἀ. dialogue in Trag., Pl.R. 394b; of the responsion of choric odes, Plu.Pomp.48;ἀ. ἀοιδά Theoc.8.31
, cf. Il. 1.604; answering as in dialogue, Sch.Ar.Pl. 253, 487.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβαῖος
-
6 ἀμοιβεύς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβεύς
-
7 ἀμοιβή
A requital, recompense, Hom. only in Od.;σοὶ δ' ἄξιόν ἐστιν ἀμοιβῆς Od.1.318
;ἄλλοισι δίδου χαρίεσσαν ἀ... ἑκατόμβης 3.58
;εὖ ἔρδοντι κακὴν ἀπέδωκας ἀ. Thgn.1263
, cf. E.Or. 467;γλυκεῖαν μόχθων ἀ. Pi.N.5.48
; ἀγαναῖς ἀ. τινὰ τίνεσθαι to requite him by like return, Id.P.2.24;χαρίεσσα ἀμοιϝά GDI3119c
([place name] Corinth);οἵας ἀ. ἐξ Ἰάσονος κυρεῖ E.Med.23
;ἀμοιβαὶ τῶν θυσιῶν Pl.Smp. 202e
; retribution,ἔργων ἀντ' ἀδίκων χαλεπὴν ἐπέθηκεν ἀ. Hes.Op. 334
: pl.,αἰωνίαις ἀ. βασανισθησόμενοι Phld.D.1.19
.2 repayment, compensation,τείσουσι βοῶν ἐπιεικέ' ἀ. Od.12.382
.3 that which is given in exchange,τῷ σκυτοτόμῳ ἀντὶ τῶν ὑποδημάτων ἀ. γίνεται κατ' ἀξίαν Arist.EN 1163b35
;τὴν ἀ. ποιητέον κατὰ τὴν προαίρεσιν 1164b1
;δέκα μνῶν ἀ. Plu.Lyc.9
.4 answer,ἀσχήμων ἐν τῇ ἀ. Hdt.7.160
.II change, exchange,τὰς ἀ. ποιεῖσθαι Str.11.4.4
; of money, Plu.Luc.2.2 transformation, D.L.9.8. -
8 ἀμοιβήδην
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβήδην
-
9 ἀμοιβηδίς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβηδίς
-
10 ἀμοιβηδόν
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβηδόν
-
11 ἀμοιβιμαῖος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβιμαῖος
-
12 ἀμοιβός
ἀμοιβ-ός, ὁ,II Adj. in requital or exchange for,νέκυν νεκρῶν ἀ. ἀντιδούς S.Ant. 1067
;ἀ. ἑῆς θρέψε διδασκαλίης AP7.341
(Procl.).2 alternating, κληῖδες, of Day and Night, Parm.1.14.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀμοιβός
См. также в других словарях:
αμοιβάδες — οι Ζωολ. μονοκύτταροι μικροοργανισμοί, που ανήκουν στα Ριζόποδα Πρωτόζωα, και συγκεκριμένα στις Γυμναμοιβάδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λόγιας προελεύσεως όρο, που προήλθε < αρχ. ἀμοιβάς, άδος (< ἀμοιβὴ) «η εναλλασσόμενη, αυτή που χρησιμεύει… … Dictionary of Greek
επαμοιβαδίς — ἐπαμοιβαδίς και ἐπαμοιβαδόν (Α) επίρρ. 1. αμοιβαία («ὧς ἄρα πυκνοὶ ἀλλήλοισιν ἔφυν ἐπαμοιβαδίς», Ομ. Οδ.) 2. εναλλάξ. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + αμοιβ αδίς (< αμείβω «ανταλλάσσω») τ. που εμφανίζει την ετεροιωμένη βαθμίδα τής ρίζας αμειβ ] … Dictionary of Greek
επαμοιβός — ἐπαμοιβός, όν (Α) (για κεραμίδια στέγης) τοποθετημένος ο ένας πάνω στον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + αμοιβ ός (< αμείβω «ανταλλάσσω») τ. που εμφανίζει την ετεροιωμένη βαθμίδα τής ρίζας αμειβ ] … Dictionary of Greek
κλεμμαδόν — (Α) επίρρ. (κατά τον Ησύχ.) με κλέφτικο τρόπο, κλέφτικα, κλοπιμαία. [ΕΤΥΜΟΛ. < κλέμμα + επιρρμ. κατάλ. αδόν, δηλωτική τού τρόπου (πρβλ. αμοιβ αδόν, ομο θυμ αδόν)] … Dictionary of Greek