Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἀκατάσχετος

См. также в других словарях:

  • ἀκατάσχετος — not to be checked masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ακατάσχετος — η, ο (Α ἀκατάσχετος, ον) αυτός που δεν έχει ή δεν μπορεί να συγκρατηθεί, να αναχαιτιστεί, να σταματήσει «ακατάσχετη ορμή, φλυαρία, αιμορραγία» νεοελλ. 1. αυτός που δεν κατασχέθηκε αναγκαστικά (για την ικανοποίηση τού δανειστή) ή που δεν υπόκειται …   Dictionary of Greek

  • ακατάσχετος — η, ο 1. αυτός που δεν είναι δυνατό να συγκρατηθεί, να αναχαιτιστεί: Έπαθε μια ακατάσχετη αιμορραγία. 2. αυτός που δεν επιτρέπεται να κατασχεθεί: Ο μισθός είναι ακατάσχετος. 3. το ουδ. ως ουσ., το ακατάσχετο η ιδιότητα του ακατάσχετου: Το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀκατασχέτω — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut nom/voc/acc dual ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτως — ἀκατάσχετος not to be checked adverbial ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατάσχετον — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem acc sg ἀκατάσχετος not to be checked neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτοις — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτου — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτους — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτων — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκατασχέτῳ — ἀκατάσχετος not to be checked masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»