-
1 ψαμαθηΐς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψαμαθηΐς
-
2 ψαμαθία
ψᾰμᾰθ-ία, ἡ,A sandy seashore, Hsch.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψαμαθία
-
3 ψαμαθίς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψαμαθίς
-
4 ψάμαθος
ψᾰμᾰθ-ος, ἡ (poet., also in a Homeric paraphrase, Plu.2.393e),A sand of the sea-shore,ἔρειπε δὲ τεῖχος Ἀχαιῶν.., ὡς ὅτε τις ψάμαθον πάϊς ἄγχι θαλάσσης.. συνέχευε Il.15.362
;ψαμάθῳ εἰλυμένα πολλῇ Od. 14.136
;ἀμφὶ χλωρὰν ψ. S.Aj. 1064
;παρακτία ψ. E.IA 165
(lyr.), cf. 1054 (lyr.);παρὰ ψ. καὶ θῖν' ἁλός Ar.V. 1520
(lyr.): freq. in pl.,νῆα.. ἐπ' ἠπείροιο ἔρυσσαν ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις Il.1.486
;ἐπὶ ψαμάθοις ἁλίῃσι Od.3.38
, cf. 4.438; of river-sand, Il.21.202, 319.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψάμαθος
-
5 ψαμαθώδης
ψᾰμᾰθ-ώδης, ες,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ψαμαθώδης
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский