Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φᾰρετρεών

См. также в других словарях:

  • φαρετρεών — masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρετρεών — ώνος, ὁ, Α η φαρέτρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαρέτρα με παρέκταση εών (πρβλ. ἐσχάρα: ἐσχαρεών)] …   Dictionary of Greek

  • φαρετρέων — φαρέτρα quiver fem gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρετρεῶνα — φαρετρεών masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρετρεῶνας — φαρετρεών masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρετρεῶνες — φαρετρεών masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαρεός — ὁ, Α μεγάλο κομμάτι υφάσματος, φᾱρος*. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για παρεκτεταμένη μορφή τής λ. φᾶρος* «ύφασμα» (< *φαρFεσ yο ), πρβλ. ἐγχείη, φαρέτρα: φαρετρεών] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»