Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

φυλλάς

См. также в других словарях:

  • φυλλάς — leafy fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάς — άδος, ἡ, Α 1. το φύλλωμα, η φυλλωσιά («ῥίζης γὰρ οὔσης φυλλὰς ἵκετ ἐς δόμους», Αισχύλ.) 2. κλαδί με φύλλα («δεσμὸν δ ἄδεσμον τόνδ ἔχουσα», Ευρ.) 3. σωρός, στρώμα από φύλλα («στιπτή τε φυλλὰς ὡς ἐναυλίζοντί τῳ», Σοφ.) 4. έδεσμα από χλωρά λαχανικά …   Dictionary of Greek

  • φυλλάδα — φυλλάς leafy fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδας — φυλλάς leafy fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδες — φυλλάς leafy fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδι — φυλλάς leafy fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδος — φυλλάς leafy fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδων — φυλλάς leafy fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάσι — φυλλάς leafy fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάσιν — φυλλάς leafy fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλλάδ' — φυλλάδα , φυλλάς leafy fem acc sg φυλλάδι , φυλλάς leafy fem dat sg φυλλάδε , φυλλάς leafy fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»