Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φιλόπολις

См. также в других словарях:

  • φιλόπολις — loving the city masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόπολις — ι, ΝΑ, και ποιητ. τ. φιλόπτολις Α (λόγιος τ.) αυτός που αγαπά την πόλη στην οποία γεννήθηκε, την ιδιαίτερη πατρίδα του αρχ. 1. (γενικά) αυτός που αγαπά την πόλη, που τού αρέσει η πόλη 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλόπολι η αγάπη προς την πόλη, προς την …   Dictionary of Greek

  • φιλοπόλεις — φιλόπολις loving the city masc/fem nom/voc pl (attic epic) φιλόπολις loving the city masc/fem nom/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοπόλιδας — φιλόπολις loving the city masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοπόλιδες — φιλόπολις loving the city masc/fem nom pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοπόλιδος — φιλόπολις loving the city masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοπόλιες — φιλόπολις loving the city masc/fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόπολι — φιλόπολις loving the city masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόπολιν — φιλόπολις loving the city masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόπτολιν — φιλόπολις loving the city masc/fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόπτολις — φιλόπολις loving the city masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»