Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φθείρας

См. также в других словарях:

  • φθεῖρας — φθείρ louse masc acc pl φθείρω destroy aor ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθείρας — φθείρᾱς , φθείρω destroy aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθειροκομίδης — Α (κατά τον Ησύχ.) «ὁ φθεῑρας τρέφων». [ΕΤΥΜΟΛ. Κωμικό πατρωνυμικό, σχηματισμένο από ένα αμάρτυρο *φθειρόκομος (< φθείρ, φθειρός + κομῶ «φροντίζω») με κατάλ. ίδης*] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»