-
1 υιωνός
-
2 υἱωνός
-
3 υἱωνός
υἱωνός, ὁ, Sohnes Sohn, Enkel; Hom. Il. 2, 666 Od. 24, 514; Plut. Popl. 14 u. a. Sp.
-
4 υιωνος
ὁ внук Hom., Plut. -
5 υἱωνός
υἱωνός: grandson.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > υἱωνός
-
6 υἱωνός
υἱωνός, ὁ, Sohnes Sohn, Enkel -
7 υἱωνός
υἱων-ός, ὁ, -
8 υἱωνεύς
-
9 υἱωνή
-
10 δῆρις
δῆρις, ἡ, Kampf, Wettstreit; vielleicht verwandt mit δήιος. Bei Homer zweimal, im accus. δῆριν: Iliad. 17, 158 ἄνδρας οἳ περὶ πάτρης ἀνδράσι δυσμενέεσσι πόνον καὶ δῆριν ἔϑεντο; Odyss. 24, 515 υἱός ϑ' υἱωνός τ' ἀρετῆς πέρι δῆριν ἔχουσιν. – Batr. 4 δῆριν ἀπειρεσίην, πολεμόκλονον ἔργον Ἄρηος; vs. 198 δῆριν ὁρῶντες; Hes. O. 14 πόλεμόν τε κακὸν καὶ δῆριν ὀφέλλει; vs. 33 νεί. κεα καὶ δῆριν ὀφέλλοις; Scut. 241 πλέονες δ' ἔτι δῆριν ἔχοντες μάρναντο; vs. 251 Κῆρες δῆριν ἔχον περὶ πιπτόντων; vs. 306 ἀμφὶ δ' ἀέϑλοις δῆριν ἔχον καὶ μόχϑον; Epigr. bei Demosth. Cor. 289 οἵδε πάτρας ἕνεκα σφετέρας εἰς δῆριν ἔϑεντο ὅπλα. – Nominat. δῆρις Aeschyl. Suppl. 412; genit. δήριος Agam. 942. Suid. hat s. v. Δῆρις den genit. δήρεως u. den dativ. δήρει, ohne Belege.
-
11 υιωνοίο
-
12 υἱωνοῖο
-
13 υιωνοίς
-
14 υἱωνοῖς
-
15 υιωνοίσι
-
16 υἱωνοῖσι
-
17 υιωνοίσιν
-
18 υἱωνοῖσιν
-
19 υιωνού
-
20 υἱωνοῦ
- 1
- 2
См. также в других словарях:
υἱωνός — grandson masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υιωνός — και ὑωνός και υἱωνεύς, έως, ὁ, θηλ. υἱωνή, ΜΑ, και ως θηλ. υἱωνός, ἡ, Μ ο εγγονός. [ΕΤΥΜΟΛ. < υἱος + επίθημα ωνός, που μαρτυρείται και σε ονόματα ζώων και πτηνών (πρβλ. οἰ ωνός, χελ ώνη) και προσδίδει στη λ. μεγεθυντική, αυξητική σημ. (πρβλ.… … Dictionary of Greek
υἱωνοῖο — υἱωνός grandson masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνοῖς — υἱωνός grandson masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνοῖσι — υἱωνός grandson masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνοῖσιν — υἱωνός grandson masc dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνοί — υἱωνός grandson masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνοῦ — υἱωνός grandson masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνούς — υἱωνός grandson masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνῷ — υἱωνός grandson masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υἱωνόν — υἱωνός grandson masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)