Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

υλλα

См. также в других словарях:

  • μάτρυλλα — μάτρυλλα, ἡ (Α) η μαστροπός. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μάτρυλλα είναι υποκορ. με μειωτική σημ. < μήτηρ* + κατάλ. υλλα (πρβλ. δαπάν υλλα, χόνδρ υλλα)] …   Dictionary of Greek

  • δαπάνυλλα — δαπάνυλλα, η (Α) μικρή δαπάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. < δαπάνη + (υποκορ. κατάλ.) υλλα] …   Dictionary of Greek

  • φθίνυλλα — ἡ, Α (κωμική λ.) παρωνύμιο πολύ λεπτής, κάτισχνης γυναίκας. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φθῐν τού ρ. φθίνω* + εκφραστικό επίθημα υλλα / ιλλα (πρβλ. κόρ ι λλα: κόρη)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»