Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

τοίνυν

  • 1 τοίνυν

    1 therefore

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.43

    Lexicon to Pindar > τοίνυν

  • 2 τοίνυν

    τοίνυν, ([etym.] τοι, νυν)
    A therefore, accordingly, an inferential Particle (never in Hom. or Hes.),

    χρὴ τ. πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν Pi.O.6.27

    , etc.; εἰ τ ... Hdt.1.57; ἂν τ ... D.4.7; introducing a logical conclusion (less freq. than οὖν), Pl.Chrm. 159d; φανερὸν τ., δῆλον τ., Arist.Pol. 1260a2, PA 641a15; also to introduce a minor premiss, or a particular instance of a general proposition, Pl.Cra. 399b, Isoc.4.103, etc.
    2 in dialogue, to introduce an answer, well or well then,

    ἄπειμι τ. S.El. 1050

    , cf. Th.5.89, etc.; esp. an answer which has been led up to by the same speaker, Pl.Men. 76a, IG42(1).121.31 (Epid., iv B. C.); in response to an invitation to speak, Ar.Nu. 961, etc.; in expression of approval, esp. in phrase

    καλῶς τ. Pl.Cra. 433a

    , etc.;

    κάλλιστα τ. Ar.V. 856

    ; also of disapproval or criticism,

    ἀπόλοιο τ. Id.Nu. 1236

    , cf. S.OT 1067.
    3 continuing an argument, well then, Pl.Smp. 178d, X.An.3.1.36, 7.7.28, etc.
    b resuming the thread of argument or narrative after a break, Pl.R. 562b, Plt. 275d, D.47.64, etc.
    c adding or passing to a fresh item or point, further, moreover, again, Pl.Ap. 33c, D.8.73, 20.18;

    ἔτι τ. Hp.VM19

    , Pl.Phd. 109a, Cri. 52c, D.20.8;

    καὶ τ. X.Cyr.2.2.25

    ;

    καί τ. καί Pl.Sph. 234a

    ; μὴ τ. μηδέ .. nay, not even.., X.An.7.6.19;

    οὐ τ. οὐδέ

    nor again,

    Hp.Art.57

    , D.20.7.
    4 sts. at the beginning of a speech, ἐγὼ μὲν τ ..., referring to something present to the minds of the speaker and hearer, now I.., X.An.5.1.2, cf. Cyr.6.2.14.
    5 with subj. of exhortation or imper., in signfs. 1,2,3, εὖ τ. ἐπίστασθε .. Id.An.3.1.36, cf. Cyr.2.4.8, Ev.Luc.20.25, etc.
    B Position: in early writers τοίνυν is never the first word in a sentence, but this is not uncommon in later authors, as LXX Is.3.10, Mim. Oxy.413.225, Ev.Luc. l.c., Ep.Hebr.13.13, Gal.2.526, S.E. M.8.429, AP11.127 (Poll.), IG4.620.13 ([place name] Argos), Chor.32.34 F.-R. cod. (<τῷ> add. Kaibel); it is usually placed second, but sts. later,

    ἥξω φέρουσα συμβολὰς τ. ἅμα Alex.143.1

    , cf. Ar.Pl. 863, etc. [[pron. full] regularly, as A.Pr. 760, S.Tr.71: but sts. , as Ar.Eq. 1259, Alex. l. c.; in anap., Ar.Nu. 429, 435, Av. 481.]

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τοίνυν

  • 3 τοίνυν

    τοίνυν
    therefore: indeclform (particle)

    Morphologia Graeca > τοίνυν

  • 4 τοίνυν

    τοίνυν (Pind., Hdt.+) a particle introducing an inference, hence, so, well (then), indeed as the second word in its clause (the usual position, so Hdt., Demosth. et al. [s. Denniston 568–77 on the position and lively, conversational aspect of τ.]; POxy 902, 10; 1252 verso, 18; Wsd 1:11; Job 8:13; 36:14; En 101:1; TestAbr A 1 p. 77, 11 [Stone p. 2]; JosAs 6:5 [1:1, 7 al. cod. A]; ApcrEzk; Jos., Ant. 2, 67; 14, 32; Ar., Just., Ath.) 1 Cor 9:26; Js 2:24 v.l.; Dg 3:2. Beginning its clause (only in later wr., e.g. Sext. Emp., Math. 8, 429; IG IV, 620, 13; POxy 940, 3; Is 3:10; 5:13; 27:4; 33:23; TestJob 41:5; Mel.) τ. ἀπόδοτε well then, give back Lk 20:25 (w. impv.); Hb 13:13 (w. hortatory subj.); 1 Cl 15:1 (w. hort. subj.)—M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > τοίνυν

  • 5 τοίνυν

    + С 0-2-4-2-12=20 1 Chr 28,10; 2 Chr 28,23; Is 3,10; 5,13; 27,4
    hence, so, indeed

    Lust (λαγνεία) > τοίνυν

  • 6 οὔτοι

    οὔτοι or [full] οὔ τοι, Adv.
    A indeed not, Il.1.298, 515, 3.65, 4.29, Hes. Op. 759, etc.: in [dialect] Att. freq. before protestations,

    οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρα Ar. Pl.64

    ;

    οὔτοι.. μὰ τὸν Ἀπόλλω Id.V. 1366

    ;

    οὔτοι μὰ τὴν Γῆν Id. Pax 188

    ;

    μὰ τὸν Δί' οὔτοι γε Id.Th.34

    ;

    μὰ τὸν Δί' οὐ τοίνυν Id.V. 1141

    (cf. τοίνυν)

    ; ἀλλ' οὔτοι.. γε S.El. 137

    (lyr.), etc.;

    οὔτοι δή Pl.Cri. 43d

    ;

    οὔτοι δὴ.. γε Id.Euthphr.2a

    , etc.;

    οὔτοι μὲν οὖν Id.Phdr. 271b

    ; οὔτοι πότε never indeed, S.Ant. 522, etc.;

    οὔτοι ποτέ.. γε Id.OT 852

    ; cf. οὔ τἄν, οὔ τἄρα. ( οὔτοι is freq. confounded with οὔτι.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > οὔτοι

  • 7 ἀναπίτναμι

    a throw open

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    Αἴτναν, ἔνθ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2

    b med., fall on one's back μῆτιν δ' ἀλώπηξ αἰετοῦ ἅ τ ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει (sc. Μέλισσος. ἔοικε δὲ διδάσκειν αὐτοῦ τὸ πάλαισμα ὡς χαμαὶ κειμένου καὶ τὸν μείζονα τέχνῃ νενικηκότος· καὶ γὰρ ἡ ἀλώπηξ ὑπτία τοῖς ποσὶν ἀμύνεται, τὰ μὲν συμβαλλομένη, τὰ δὲ ἀμύσσουσα. Σ.) I. 4.47

    Lexicon to Pindar > ἀναπίτναμι

  • 8 αὐτός

    αὐτός (-ός, -οῦ, -ῷ, -όν; -ῶν, -οῖς, -ούς: -ά, -ᾶς, -ᾷ, -άν; -αῖς: acc.; - ῶν)
    1 emphatic adj., himself, herself
    a nom.,

    Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο O. 2.48

    ἐπεὶ πολιᾶς εἶπέ τιν' αὐτὸς ὁρᾶν O. 7.62

    αὐτὸς ὑπαντίασεν, Τυροῦς ἐρασιπλοκάμου γενεά P. 4.135

    ἀπαθὴς δ' αὐτὸς πρὸς ἀστῶν P. 4.297

    χαίρων δὲ καὶ αὐτὸς Ἀλκμᾶνα στεφάνοισι βάλλω P. 8.56

    δέος πλᾶξε γυναῖκας · καὶ γὰρ αὐτὰ ὅμως ἄμυνεν N. 1.50

    τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι N. 4.91

    ἕπομαι δὲ καὶ αὐτὸς ἔχων μελέταν N. 6.54

    εἰ μὲν αὐτὸς Οὔλυμπον θέλεις λτ;ναίειν>” N. 10.84 τετράτῳ δ' αὐτὸς ἐπεδάθη fr. 135.
    b c. subs.

    αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν Γλαυκῶπις O. 7.50

    οἱ αὐτὰ Ζηνὸς παῖς ἔπορεν O. 13.76

    Ἰάσων αὐτὸς P. 4.169

    Αἰήτᾳ παρ' αὐτῷ P. 4.213

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας P. 11.31

    ἀγάλματ' ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.1

    ἀνὰ δ' αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν (Ceporinus: αὐτὸν codd.) N. 9.8
    c c. pron.

    κατὰ γαἶ αὐτόν τε νιν καὶ φαιδίμας ἵππους ἔμαρψεν O. 6.14

    δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος εὐδόξῳ Μίδᾳ αὐτόν τέ νιν P. 12.6

    d c. reflex. pron. [κόρῳ δ' ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον, τάν οἱ πάτηρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον (codd.: ἅν τοι Fennel: ἅν οἱ Hermann) O. 1.57] ἀλλαλοφόνους ἐπάξαντο λόγχας ἐνὶ σφίσιν αὐτοῖς (v. Trypho, fr. 34 de Velsen; Schwyz. 2. 198 (θ)) fr. 163.
    2 reflex. pron.

    ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    καὶ τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον P. 2.34

    διδοῖ ψᾶφον περ' αὐτᾶς (sc. δρῦς) P. 4.265 ταὶ δ' ἐπιγουνίδιον θαησάμεναι βρέφος αὐταῖς” ( αὐγαῖς coni. Bergk e Σ paraphr.) P. 9.62 τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτοῦ, τοσαῦτα codd. Theocriti: τὸ σαυτῷ Ahrens) fr. 97.
    3 him, her, it pers. pron.

    ἄταν ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἤδη γὰρ αὐτῷ διχόμηνις ὅλον ὀφθαλμὸν ἀντέφλεξε Μήνα O. 3.19

    ἔδοξεν γυμνὸς αὐτῷ κᾶπος ὀξείαις ὑπακουέμεν αὐγαῖς ἀελίου O. 3.24

    ξεινίαις αὐτοὺς ἐποίχονται τραπέζαις O. 3.40

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    δύο δὲ γλαυκῶπες αὐτὸν ἐθρέψαντο δράκοντες O. 6.45

    Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    νῦν μὲν αὐτῷ γέρας Ἀλκιμέδων (sc. ἐστί) O. 8.65

    αὐτούς τ' ἀέξοι καὶ πόλιν O. 8.88

    σύνδικος δ' αὐτῷ Ἰολάου τύμβος O. 9.98

    γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    Τιρύνθιον ἔπερσαν αὐτῷ στρατὸν O. 10.32

    δύο δ' αὐτὸν ἔρεψαν πλόκοι σελίνων O. 13.32

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ αὐτῶν ἔοικεν ἤδη πάροιθε λελέχθαι O. 13.101

    Σικελία τ' αὐτοῦ πιέζει στέρνα P. 1.19

    δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.39

    καιομένα δ' αὐτῷ διέφαινε πυρά P. 3.44

    πεύθομαι δ' αὐτὰν ἐναλίαν βᾶμενP. 4.38

    ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω P. 4.67

    ἐκ δ' ἄῤ αὐτοῦ πομφόλυξαν δάκρυα γηραλέων γλεφάρων P. 4.121

    αὐτοὺς Ἰάσων δέγμενος P. 4.128

    τὰ μὲν λῦσον, ἄμμιν μή τι νεώτερον ἐξ αὐτῶν ἀναστάῃ κακόνP. 4.155

    κάρυξε δ' αὐτοῖς P. 4.200

    τελευτὰν κεῖνος αὐταῖς ἡμιθέων πλόος ἄγαγεν P. 4.210

    Ἑλλὰς αὐτὰν ἐν φρασὶ καιομέναν δονέοι P. 4.218

    κλέψεν τε Μήδειαν σὺν αὐτᾷ (αὐτῷ Σ̆{γρ}. σὺν τῇ Μηδείᾳ θελούσῃ καὶ ἐνεργούσῃ) P. 4.250 πότμου παραδόντος αὐτόν (sc. πλοῦτον) P. 5.3

    ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε P. 9.118

    ὁ Παρνάσσιος αὐτὸν μυχὸςἀνέειπεν P. 10.8

    ὁχάλκεος οὐρανὸς οὔ ποτ' ἀμβατὸς αὐτῷ (Tricl. e Σ: αὐτοῖς codd.) P. 10.27

    ἔνεπεν· αὐτὸν μὰν σεμνὸν αἰνήσειν νόμον N. 1.69

    δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν ἐγ γένος αὐτῷ N. 4.68

    πέταται δ' ἐπί τε χθόνα καὶ διὰ θαλάσσας τηλόθεν ὄνυμ αὐτῶν N. 6.49

    εἰ δ' αὐτὸ καὶ θεὸς ἀνέχοι (i. e. τὸ τῆς γειτνιάσεως ἀγαθόν) N. 7.89

    θεὸς ἔντυεν αὐτοῦ θυμὸν αἰχματὰν ἀμύνειν λοιγὸν Ἐνυαλίου N. 9.36

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις, Δωρίων αὐτῷ στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν ἀναδεῖσθαι σελίνων I. 2.15

    ἐπεί τοι οὐκ ἐλινύσοντας αὐτοὺς ἐργασάμαν I. 2.46

    αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    ἄνδωκε δ' αὐτῷ φέρτατος οἰνοδόκον φιάλαν I. 6.39

    ἦ γὰρ [α]ὐτῶν μετάστασιν ἄκραν[θῆ]κε (Π̆{S}: ἀνδρ[ῶν] Π̆{ac}) Δ. 4. 40. τρεχέτω δὲ μετὰ Πληιόναν, ἅμα δ' αὐτῷ κύων fr. 74. φοινικορόδοις δἐνὶ λειμώνεσσι προάστιον αὐτῶν Θρ.. 3. κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν δώδεκ, αὐτὸν δὲ τρίτον fr. 171. ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190. ]τ' ἐς αὐτόν[ Δ. 4f. 6.
    4 ὁ αὐτός v. C. 7.

    Lexicon to Pindar > αὐτός

  • 9 ἑκών

    ἑκών (ἑκών, -όντος, -όντι; -όντες; -όντι)
    1 willing, ready

    ὡς Αὐγέαν λάτριον ἀέκονθ' ἑκὼν μισθὸν ὑπέρβιον πράσσοιτο O. 10.29

    ἑκὼν ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τοῦτον ἄεθλον ἑκὼν τέλεσονP. 4.165

    καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν P. 4.181

    κέρδος δὲ φίλτατον, ἑκόντος εἴ τις ἐκ δόμων φέροι P. 8.14

    ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες N. 8.10

    τῷ παρεόντι δ' ἐπαινήσαις ἑκὼν ἄλλοτ ἀλλοῖα φρόνει” fr. 43. 4. οὔτις ἑκὼν κακὸν εὕρετο fr. 226.

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.43

    ὦναξ, ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ κατά τιν ἁρμονίαν βλέπειν P. 8.67

    ἑκόντι δ' ἐγὼ νώτῳ μεθέπων δίδυμον ἄχθος N. 6.57

    Lexicon to Pindar > ἑκών

  • 10 εὐεργέτας

    1 munificent

    φίλοις ἄνδρα μᾶλλον εὐεργέταν πραπίσιν O. 2.94

    pro subs., benefactor, “ ξείνοις εὐεργέται δεῖπν' ἐπαγγέλλοντιP. 4.30

    τὸν εὐεργέταν ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι P. 2.24

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44

    ἄμμι δ' ἔοικε Κρόνου σεισίχθον υἱὸν γείτον ἀμειβομένοις εὐεργέταν ἁρμάτων ἱπποδρόμιον κελαδῆσαι pr. I. 1.53

    Lexicon to Pindar > εὐεργέτας

  • 11 νόος

    νόος (νόος, -ῳ, -ον, νόον.)
    a purpose, will; mind (of men, gods)

    χάρις νόον ὑπὸ γλυκυτάταις ἔθηκε φροντίσιν O. 1.19

    ὥστ' ἔμφρονι δεῖξαι μαθεῖν Πατρόκλου βιατὰν νόον O. 9.75

    μάλα δέ οἱ θερμαίνει φιλότατι νόον O. 10.87

    ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν P. 1.40

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    ἀλλ' οὐδὲ ταῦτα νόον ἰαίνει φθονερῶν P. 2.89

    Χίρωνα νόον ἔχοντ ἀνδρῶν φίλον P. 3.5

    πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.68

    ὦ τέκνον, ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων” fr. 43. 2. δίχα μοι νόος ἀτρέκειαν εἰπεῖν fr. 213.4. esp. dat. c. adj., pro adv., ἀλαθεῖ νόῳ O.2.92.

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44

    τίν τ, Ἐλέλιχθον, μάλα ἁδόντι νόῳ, Ποσειδάν, προσέχεται P. 6.51

    εὐμενεῖ νόῳ P. 8.18

    ἑκόντι δ' εὔχομαι νόῳ P. 8.67

    μυριᾶν δ' ἀρετᾶν ἀτελεῖ νόῳ γεύεται N. 3.42

    γείτον' νόῳ φιλήσαντ ἀτενέι N. 7.88

    εὐμενεῖ δέξασθε νόῳ Pae. 5.45

    νηλεεῖ νόῳ δ fr. 177e.
    b wits; wisdom κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών, πάντα ἰσάντι νόῳ (sc. Ἀπόλλων) P. 3.29

    εἰ δὲ νόῳ τις ἔχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν P. 3.103

    κρέσσονα μὲν ἁλικίας νόον φέρβεται γλῶσσάν τε P. 5.110

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122

    νόῳ δὲ πλοῦτον ἄγει (sc. Ἀρκεσίλας) P. 6.47

    ἀλλά τι προσφέρομεν ἔμπαν ἢ μέγαν νόον ἤτοι φύσιν ἀθανάτοις N. 6.5

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ καὶ προμάθειαν φέρει I. 1.40

    αἰνέω καὶ Πυθέαν χερσὶ δεξιόν, νόῳ ἀντίπαλον I. 5.61

    c fragg. ] ἔσφαλ' ὅλῳ νόῳ ( ὀλοῷ coni. van Groningen) fr. 1a. 6. μ]έμηλεν πατρὸς νόῳ Δ. 4. 35.

    Lexicon to Pindar > νόος

  • 12 Ὅμηρος

    Ὅμηρος (-ος, -ου, -ον.) the poet.
    1

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα P. 4.277

    ἐγὼ δὲ πλέον' ἔλπομαι λόγον Ὀδυσσέος ἢ πάθαν διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ Ὅμηρον N. 7.21

    ἀλλ' Ὅμηρός τοι τετίμακεν δἰ ἀνθρώπων (sc. Αἴαντα) I. 4.37 Ὁμήρου [ τρι]πτὸν κατ' ἀμαξιτὸν ἰόντες (supp. Lobel) Πα. 7B. 11. test., [Plut.], vit. Hom., p. 25. 4 Wil., Ὅμηρον τοίνυν Πίνδαρος μὲν ἔφη Χῖον τε καὶ Σμυρναῖον γενέσθαι fr. 264. Aelian., V. H., 9. 15, λέγεται δὲ (sc. ὑπὸ τῶν Ἀργείων) ὅτι ἄρα ἀπορῶν (sc. ὁ Ὅμηρος) ἐκδοῦναι τὴν θυγατέρα, ἔδωκεν αὐτῇ προῖκα ἔχειν τὰ ἔπη τὰ Κύπρια. καὶ ὁμολογεῖ τοῦτο ὁ Πίνδαρος fr. 265. v. fr. 347.

    Lexicon to Pindar > Ὅμηρος

  • 13 πρέπω

    1
    a be like c. dat.

    εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν P. 2.38

    b be clear, conspicuous

    πειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67

    a c. dat.

    θνατὰ θνατοῖσι πρέπει I. 5.16

    b impers., it is fitting
    I c. acc. & inf.

    πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου ἐγκωμίων τε μελέων λυρᾶν τε τυγχανέμεν O. 2.46

    τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104

    II c. dat. & inf. “ οὐ πρέπει νῷν τιμὰν δάσασθαιP. 4.147 εὐ]δαιμόνων βρομιάδι θοινᾷ πρέπει[ ]κορυφὰν[ ]θέμεν Δ. 1. 11. ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι Παρθ. 2. 33. πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι fr. 121.
    III c. inf.

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.43

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί N. 7.82

    Lexicon to Pindar > πρέπω

  • 14 πύλα

    πῠλα (-ᾶν, -αιςι), - ας.) pl.,
    1 gate

    τοὶ μὲν οἰχθεισᾶν πυλᾶν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.41

    of cities, ἄλλαι δὲ δὔ ἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ' ἔπειτα χάρμαι (at the Isthmian games) O. 9.86 ἐν Κάδμου πύλαις (at Thebes) P. 8.47 τρὶς μὲν ἐν πόντοιο πύλαισι λαχών (at Isthmian games) N. 10.27

    παρ' εὐτειχέσιν Κάδμου πύλαις I. 6.75

    met., of song,

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    test., Strabo, 3. 5. 5, ἃς (= the straits of Gibraltar) Πίνδαρος καλεῖ πύλας Γαδειρίδας, εἰς ταύτας ὑστάτας ἀφῖχθαι φάσκων τὸν Ἡρακλέα fr. 256.

    Lexicon to Pindar > πύλα

  • 15 ὕμνος

    ὕμνος (-ος, -ου, -ῳ, -ον, -οι, -ων, -οιςιν), - ους.)
    1 song of praise

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    δαιδαλωσέμεν ὕμνων πτυχαῖς O. 1.105

    ἀναξιφόρμιγγες ὕμνοι O. 2.1

    τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνήρ; O. 6.6

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    ἀνδράσιν αἰχματαῖσι πλέκων ποικίλον ὕμνον O. 6.87

    ἐμῶν δ' ὕμνων ἄεξ εὐτερπὲς ἄνθος O. 6.105

    τίμα μὲν ὕμνου τεθμὸν Ὀλυμπιονίκαν O. 7.88

    Μελησία ἐξ ἀγενείων κῦδος ἀνέδραμον ὕμνῳ O. 8.54

    αἴνει δὲ παλαιὸν μὲν οἶνον, ἄνθεα δ' ὕμνων νεωτέρων O. 9.48

    μελιγάρυες ὕμνοι O. 11.4

    Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν ὕμνον P. 1.60

    παίδεσσιν ὕμνον Δεινομένεος τελέσαις P. 1.79

    ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἂλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.14

    ὄφρα αὔξῃς οὖρον ὕμνων P. 4.3

    [ ὕμνων (coni. Pauw, Beck: κώμων codd.) P. 5.100]

    ἑτοῖμος ὕμνων θησαυρὸς P. 6.7

    ῥαίνω δὲ καὶ ὕμνῳ P. 8.57

    ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    Ὀρτυγία, σέθεν ἁδυεπὴς ὕμνος ὁρμᾶται θέμεν αἶνον ἀελλοπόδων μέγαν ἵππων N. 1.5

    ἄρχε δ, οὐρανοῦ πολυνεφέλα κρέοντι, θύγατερ, δόκιμον ὕμνον N. 3.11

    ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὀπὶ νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    ( ῥῆμα)

    τό μοι θέμεν Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ Τιμασάρχου τε πάλᾳ ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.11

    τῷδε μέλει κλιθείς, ὕμνον κελάδησε καλλίνικον ( υἱὸν coni. Bergk) N. 4.16

    ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42

    Πιερίδων ἀρόταις δυνατοὶ παρέχειν πολὺν ὕμνον ἀγερώχων ἐργμάτων ἕνεκεν N. 6.33

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.13

    ἀμφὶ Νεμέᾳ πολύφατον θρόον ὕμνων δόνει ἡσυχᾷ (Er. Schmid: ὕμνων θρόον codd.) N. 7.81

    ἦν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι N. 8.50

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ I. 1.16

    πάντα δ' ἐξειπεῖν ἀφαιρεῖται βραχὺ μέτρον ἔχων ὕμνος I. 1.63

    μήτ' ἀρετάν ποτε σιγάτω πατρῴαν, μηδὲ τούσδ ὕμνους I. 2.45

    ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας Ἰσθμίοις, ὑμετέρας ἀρετὰς ὕμνῳ διώκειν I. 4.3

    τόνδε πορὼν γενεᾷ θαυμαστὸν ὕμνον (sc. Ποσειδάν) I. 4.21

    προφρόνων Μοισᾶν τύχοιμεν κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ I. 4.43

    τὸ δ' ἐμόν, οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν, κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.20

    καὶ πτερόεντα νέον σύμπεμψον ὕμνον I. 5.63

    ἀνὰ δ' ἄγαγον ἐς φάος οἵαν μοῖραν ὕμνων I. 6.62

    κώμαζ' ἔπειτεν ἁδυμελεῖ σὺν ὕμνῳ καὶ Στρεψιάδᾳ I. 7.20

    κελαδ[ήσαθ' ὕμ]νους (supp. Snell e Σ.) Πα. 7B. 10. ὕμνων ερ[ Πα. 13. a. 9.

    ὕμνων σέλας Pae. 18.5

    Αἰολεὺς ἔβαινε Δωρίαν κέλευθον ὕμνων *fr. 191.* [ ὕμνων (del. Heyne.) fr. 192.] τὸν ὕμν[ον (supp. Blass) ?fr. 333b. 2. ἀνοῖξαι πίθον ὕμνων ?fr. 354. c. gen.,

    Θήρωνος Ὀλυμπιονίκαν ὕμνον ὀρθώσαις O. 3.3

    ὕμνος δὲ τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων βασιλεῦσιν ἰσοδαίμονα τεύχει

    φῶτα N. 4.83

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε N. 9.3

    in general,

    εἰ τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν P. 3.64

    dirge

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν I. 8.60

    ἁ δ' Ὑμέναιον ἐσχάτοις ὕμνοισιν (sc. ὕμνει: Schneidewin, Hermann: ἔσχατον ὕμνον cod.) Θρ. 3. 9. love song,

    ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους I. 2.3

    Lexicon to Pindar > ὕμνος

  • 16 ὑπαντιάζω

    a welcome

    αὐτὸς ὑπαντίασεν Τυροῦς ἐρασιπλοκάμου γενεά P. 4.135

    c. acc.,

    ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.44

    [ ὑπαντίασεν (codd.: ὑπάντασεν byz.) P. 8.59]

    Lexicon to Pindar > ὑπαντιάζω

  • 17 χρή

    χρή (impers., χρή: impf. ἐχρῆν, χρῆν: cf. χράω, χρεών.)
    1 it is necessary c. (acc. &) inf.

    ἐμὲ δὲ στεφανῶσαι κεῖνον χρὴ O. 1.103

    ἀρχομένου δ' ἔργου πρόσωπον χρὴ θέμεν τηλαυγές O. 6.3

    χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27

    ἀλλ' ἐμὲ χρὴ φράσαι O. 8.74

    παρὰ σκοπὸν οὐ χρὴ τὰ πολλὰ βέλεα καρτύνειν χεροῖν O. 13.94

    χρὴ δὲ κατ' αὐτὸν αἰεὶ παντὸς ὁρᾶν μέτρον P. 2.34

    χρὴ δὲ πρὸς θεὸν οὐκ ἐρίζειν P. 2.88

    χρὴ τὰ ἐοικότα πὰρ δαιμόνων μαστευέμεν P. 3.59

    χρὴ πρὸς μακάρων τυγχάνοντ' εὖ πασχέμεν P. 3.103

    σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.1

    ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ ὑφαίνεινP. 4.141

    χρὴ μαλακὰν χέρα προσβάλλοντα τρώμαν ἕλκεος ἀμφιπολεῖν P. 4.271

    εἰ δὲ χρὴ καὶ πὰρ σοφὸν ἀντιφερίξαι, ἐρέωP. 9.50

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25

    χρὴ δ' ἀπ Ἀθανᾶν τέκτον ἀεθληταῖσιν ἔμμεν N. 5.49

    ἀλλὰ τὸ μόρσιμον ἀπέδωκεν. ἐχρῆν δέ τιν' ἔνδον ἄλσει παλαιτάτῳ Αἰακιδᾶν κρεόντων τὸ λοιπὸν ἔμμεναι N. 7.44

    κερδέων δὲ χρὴ μέτρον θηρευέμεν N. 11.47

    χρή νιν εὑρόντεσσιν ἀγάνορα κόμπον μὴ φθονεραῖσι φέρειν γνώμαις I. 1.43

    εὐκλέων δ' ἔργων ἄποινα χρὴ μὲν ὑμνῆσαι τὸν ἐσλόν, χρὴ δὲ κωμάζοντ' ἀγαναῖς χαρίτεσσιν βαστάσαι (bis) I. 3.7—8.

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    χρὴ δ' ἀγαθὰν ἐλπίδ ἀνδρὶ μέλειν. χρὴ δ ἐν ἑπταπύλοισι Θήβαις τραφέντα Αἰγίνᾳ Χαρίτων ἄωτον προνέμειν (bis) I. 8.15—6. καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι fr. 42. 4.

    χρὴ δ' ἄνδρα τοκεῦσιν φέρειν βαθύδοξον αἶσαν Pae. 2.57

    περὶ δ ὑψικόμῳ Ἑλένᾳ χρῆν ἄρα Πέργαμον εὐρὺν ἀιστῶσαι σέλας αἰθομένου πυρός Pae. 6.96

    ἀνδρὸς δ οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι, χρή με λαθεῖν ἀοιδὰν πρόσφορον Παρθ. 2. 3. χρῆν μὲν κατὰ καιρὸν ἐρώτων δρέπεσθαι, θυμέ fr. 123. 1. κάπρῳ δὲ βουλεύοντα φόνον κύνα χρὴ τλάθυμον ἐξευρεῖν fr. 234.

    Lexicon to Pindar > χρή

  • 18 θαρσέω

    θαρσ-έω, [dialect] Att. [full] θαρρέω (cf. pr. n.
    A

    Θαρρίας IG12.847

    ), [dialect] Aeol. part. θέρσεισα (v.l. θαρς-) Theoc.28.3: ([etym.] θάρσος):— to be of good courage,

    τεθαρσήκασι λαοί Il.9.420

    , etc.; ἄνευ νοῦ, σὺν νῷ, Pl.Men. 88b; in bad sense, to be over-bold, ὕβρει θ. Th.2.65: μάτην θ. Pl.Tht. 189d:— Constr.:
    1 abs., Il.l.c., etc.;

    θάρσει

    fear not!

    4.184

    , A.Supp. 732, etc.; θαρσεῖτε ib. 600, 910;

    θάρσει, θυμέ Sopat.14

    ;

    θάρρει Ar.Pl. 328

    , al.:—in Epitaphs,

    θάρσει.. οὐδεὶς ἀθάνατος CIG5200b

    ([place name] Ptolemais), etc.: part. in an adverb. sense, θαρσήσας μάλα εἰπέ with good courage, Il.1.85, cf. A.Ch. 666;

    κόμπασον θαρσῶν Id.Ag. 1671

    , cf. Pr. 916, S.OC 491;

    θαρσέοντες πλούτου πέρι ἐρίζετε Hdt.5.49

    ;

    πῖθι θαρρῶν Alex. 232

    ;

    λέγε τοίνυν θαρρῶν Pl.Phdr. 243e

    ;

    θαρρῶν πλείονα ἔθυεν ἢ ὀκνῶν ηὔχετο X.Ages.11.2

    ; τὸ τεθαρρηκός confidence, Plu.Fab.26;

    τὸ θαρροῦν τῆς ὄψεως Id.Cat.Mi.44

    : in [tense] aor., pluck up courage,

    καὶ τότε δὴ θάρσησε Il.1.92

    .
    2 c.acc., θάρσει τόνδε γ' ἄεθλον fear not about this contest, Od.8.197; later, feelconfidence against, have no fear of,

    πάντα Hdt.7.50

    ;

    θ. γέροντος χεῖρα E.Andr. 993

    , cf. S.OC 649;

    θάνατον Pl.Phd. 88b

    ;

    τὸ τοιοῦτον σῶμα.. οἱ μὲν ἐχθροὶ θαρροῦσιν.. Id.Phdr. 239d

    ;

    θ. τὸ ἀποκρίνασθαι Id.Euthd. 275c

    ;

    οὔτε Φίλιππος ἐθάρρει τούτους οὔτε οὗτοι Φίλιππον D.3.7

    ;

    χωρίον Philostr.Her.1.3

    : c.acc. cogn., ἠλίθιον θάρρος θ. Pl.Phd. 95c; αἰσχρὰ θάρρη θ. Id.Prt. 360b;

    ταὐτά τισι θ. καὶ φοβεῖσθαι X.HG2.4.9

    ; venture,

    θ. τὰς μάχας Id.An.3.2.20

    :—[voice] Pass., to be risked, Philostr.Im.1.17.
    b c. acc. pers., also, to have confidence in, τινα X.Cyr.5.5.42, D.C.51.11.
    c θ. τινί τι entrust to.., Marin.Procl. 9.
    3 c. dat., have confidence in,

    τεθαρσηκότες τοῖσι ὄρνισι Hdt.3.76

    ;

    ἑαυτῷ Plu.2.69c

    (s.v.l.);

    τοῖς χρήμασι PGoodsp.Cair.15.19

    (iv A.D.).
    4 with Preps., θ. περί.. to be confident about.., S.Aj. 793, Pl.R. 574b; ὑπὲρ ἑαυτῶν ib. 566b;

    διά τι Isoc.3.55

    ;

    ἐπί τινι Id.6.60

    ;

    πρός τι Pl.Prt. 350b

    ; πρὸς ἐμαυτόν in myself, Ar.Ec. 1060.
    5 c. inf., believe confidently that.., S.Ant. 668; also

    θ. ὅτι.. Th.1.81

    , etc.;

    θ. τὸ ἐξελέγξειν D.19.3

    .
    b c. inf., make bold, venture,X.Cyr. 8.8.6, Plu.Per.22, Ant.Lib.19.2.
    II trans., inspire with confidence, [

    λόγοι] οἵ με θαρσοῖεν J.AJ19.1.9

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > θαρσέω

  • 19 λοιπός

    λοιπός, ή, όν, ([etym.] λείπω)
    A remaining over, not in Hom., freq.from Pi. and Hdt. downwards;

    λ. βίοτος Pi.O.1.97

    ; λ.εὐχαί ib.4.15; λ.γένος ib.2.15; also λοιποί descendants, Id.I.4(3).39: in Prose the Art. is commonly added, and ὁ λ. either agrees with the Noun or takes a dependent genitive,

    αἱ λ. τῶν νεῶν Th.7.72

    ; τὴν λοιπὴν (sc. ὁδὸν)

    πορευσόμεθα X.An.3.4.46

    ; τὸ λ. τῆς ἡμέρας ib.16, etc.
    2 λοιπόν [ἐστι] c. inf., it remains to show, etc., ἀποδεικνύναι, διελέσθαι, etc., Id.Smp.4.1, Pl.R. 466d, etc.: also c. Art., τὸ λ. ἤδη ἡμῖν ἐστι σκέψασθαι, πότερον what remains for us is to.., ib. 444e; διανομὴ τοίνυν τὸ λ. σοι ib. 535a: without inf., ὃ δὲ λ. quod superest, A.Ag. 1571 (lyr.);

    ὅ τι λ. πόνων Id.Pr. 684

    ;

    τὸ εὐπρεπείας πέρι.. λοιπόν Pl.Phdr. 274b

    .
    3 freq. of Time, ὁ λ. χρόνος the future, Pi.N.7.67;

    πρὸς τὸν λοιπὸν τοῦ χρόνου D.15.16

    ; τὸν λ. χρόνον for the future, S.Ph.84;

    τοῦ λ. χρόνου Id.El. 817

    ;

    εἰς τὸν λ. χρόνον Pl.Ep. 358b

    ;

    ἐκ τοῦ λ. χρόνου D.59.46

    : so without Subst. in neut., τὸ λ. henceforward, hereafter, Pi.P.5.118, A.Eu. 1031, S.OT 795, etc.;

    τὸ λ. εἰς ἅπαντα.. χρόνον A.Eu. 763

    ;

    τὰ λ. Id.Th.66

    , S.El. 1226, Th.8.21;

    ἐς τὸ λ. A.Pers. 526

    , Eu. 708, cf. Inscr.Prien.64 (ii B. C.); also

    τοῦ λ. Hdt.1.189

    , Ar. Pax 1084;

    ἐκ τοῦ λ. X. HG3.4.9

    ;

    ἐκ τῶν λ. Pl.Lg. 709e

    , Ep. 316d; καθεύδετε τὸ λ. sleep now.., Ev.Matt.26.45, Ev.Marc.14.41; ἑσπέρα δὲ ἦν λ. καὶ .. it was now evening, Jul.Or.1.24c.
    4 τὸ λ. and τὰ λ. the rest, A.Pr. 476, 697, 699. etc.; καὶ τὰ λ., = 'etc.', Aristeas 190, Plu.2.1084c, etc.; also λοιπόν without the Art., as Adv., for the rest, further, and so freq., = ἤδη, already,

    λ. δή Pl.Prt. 321c

    ;

    αἰσχρὸν δὴ τὸ λ. γίγνεται Id.Grg. 458d

    .
    5 λοιπόν, Adv. then, well then, Plb.1.15.11, al., Dsc.2.83, Arr.Epict.1.24.1;

    οὐδεμία λ. ἀμφισβήτησίς ἐστιν BGU969.19

    (ii A. D.).
    b finally,

    λ., ἀδελφοί, χαίρετε 2 Ep.Cor.13.11

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λοιπός

  • 20 νεανίας

    νεᾱν-ίας, ου, [dialect] Ep. and [dialect] Ion. [full] νεηνίης, εω, , dat. pl.
    A

    νεανίοις IG9(2).205.25

    (Phthiotis, iii B.C.): ([etym.] νεάν):—young man, Hom. (only in Od.) always with

    ἀνήρ, νεηνίῃ ἀνδρὶ ἐοικώς Od.10.278

    ;

    ἄνδρες κοιμήσαντο νεηνίαι 14.524

    ;

    παῖδες νεηνίαι Hdt.1.61

    , cf.7.99;

    ν. γαμβρός Pi.O.7.4

    ;

    τέκτονες κώμων ν. Id.N.3.5

    : without a Subst. in Hdt.1.37,43, S.OC 335, El. 750, E.Alc. 698, X.Mem.3.1.2, etc.
    2 freq. with the sense of a youth in character, i.e. either in good sense, impetuous, active, E. Ion 1041, cf. Ar.V. 1333, X.Cyr.1.3.6, D.18.313; or in bad sense, hot-headed, wilful, headstrong, E.Supp. 580;

    ἓν μὲν τοίνυν τοῦτο.. πολίτευμα τοῦ νεανίου τούτου D.18.136

    , cf. Pl.Sph. 239d.
    II as masc. Adj., youthful,

    νεανίαι τὰς ὄψεις Lys.10.29

    .
    2 of things, etc., new, young, fresh,

    νεανίαις ὤμοισι E.Hel. 1562

    ;

    ν. θώρακα καὶ βραχίονα Id.HF 1095

    ;

    ἄρτος Ar.Lys. 1207

    ; ν. λόγοι rash, wilful words, E.Alc. 679. [ νεανιῶν is trisyll. in Ar.V. 1069; cf. νεανικός.]

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > νεανίας

См. также в других словарях:

  • τοίνυν — therefore indeclform (particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοίνυν — Α (συμπερ. μόριο) ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗ χρησιμοποιείται: 1. για να εκφράσει την ισχυρή πεποίθηση αυτού που μιλάει για τα λεγόμενά του: λοιπόν, επομένως, γι αυτό («χρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων αναπιτνάμεν», Πίνδ.) 2. για να εισαγάγει λογικό συμπέρασμα («οὐ… …   Dictionary of Greek

  • Claremont Profile Method — was elaborated by Ernst Cadman Colwell and his students. Professor Frederik Wisse attempted to establish an accurate and rapid procedure for the classification of the manuscript evidence of any ancient text with large manuscript attestation, and… …   Wikipedia

  • παιδεία — Δραστηριότητα η οποία αποσκοπεί στο να μεταδώσει, με τη διδασκαλία, κατά τρόπο οργανικό κατά κανόνα, σειρά θεωρητικών ή πρακτικών γνώσεων. (Γενικότερα ο όρος παιδεία σημαίνει επίσης τη μόρφωση και κάποτε και την καλλιέργεια). Ανάλογα με εκείνον… …   Dictionary of Greek

  • ВАСИЛИЙ ВЕЛИКИЙ — [греч. Βασίλειος ὁ Μέγας] (329/30, г. Кесария Каппадокийская (совр. Кайсери, Турция) или г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) 1.01.379, г. Кесария Каппадокийская), свт. (пам. 1 янв., 30 янв. в Соборе 3 вселенских учителей и святителей; …   Православная энциклопедия

  • Apion (Grammairien) — Pour les articles homonymes, voir Apion (homonymie). Apion dit Plistonicès fut un grammairien d Alexandrie. Né en Égypte, il fut député par les Alexandrins à Caligula pour se plaindre des Juifs. Il avait écrit une histoire de l Égypte, sous le… …   Wikipédia en Français

  • Apion (grammairien) — Pour les articles homonymes, voir Apion (homonymie). Apion dit Plistonicès fut un grammairien d Alexandrie. Né en Égypte, il fut député par les Alexandrins à Caligula pour se plaindre des Juifs. Il avait écrit une histoire de l Égypte, sous le… …   Wikipédia en Français

  • Symbole de Chalcédoine — Le Symbole de Chalcédoine est une formule de profession de foi datant de 451. Il fut adopté par le IVe Concile ocuménique (Concile de Chalcédoine). Il définit l union hypostatique des deux natures du Christ exprimé dans l extrait suivant :… …   Wikipédia en Français

  • нынѣшьнии — (125) пр. Нынешний, теперешний; современный: всь къ всемѹ присвоисѧ. словесы неиздреченьными… и предьнѥѥ разлѹчениѥ нынѣшьнимь съвъкѹплѥниѥмь ѹтѣша˫а. (νῦν) ЖФСт XII, 157; бѣ запрѣщено отъ пьрвѣишааго къ нынѣшьнюѹмѹ бывъшюѹмѹ покланѧѥмѹѹмѹ съборѹ …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Du ciel — 1ère page du Traité du ciel (édition de 1837) Du ciel (en grec : Περί ουρανού, et en latin De caelo) est un traité d Aristote dans lequel il donne sa théorie sur les astres. Cet ouvrage ne doit pas être confondu avec le De Mundo de Pseudo… …   Wikipédia en Français

  • Халкидонский Символ веры — В этой статье слишком короткое вступление. Пожалуйста, дополните вводную секцию, кратко раскрывающую тему статьи и обобщающую её содержимое. Халкидонс …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»