-
1 ταφηιος
-
2 ταφήϊος
-
3 ταφήιος
ταφήιοςof: masc nom sg -
4 ταφήιος
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ταφήιος
-
5 ταφήϊος
-
6 ταφήϊος
A of or for a burial, φᾶρος τ. a windingsheet, shroud, Od.2.99; μῆλα, i.e. for sacrifice, A.R.2.840.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ταφήϊος
-
7 ταφήιον
ταφήιοςof: masc acc sgταφήιοςof: neut nom /voc /acc sg -
8 ταφήια
ταφήιοςof: neut nom /voc /acc pl -
9 ταφεῖος
-
10 ταφεῖος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ταφεῖος
-
11 τάφιος
II pl. τάφια, τά, burial-place, IG12(1).736 (Camirus, iii B.C.): but also τᾶν ταφιᾶν (from ταφία or ταφιά) Supp.Epigr.3.674A4, al. (Rhodes, ii B.C.).
См. также в других словарях:
ταφήιος — of masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταφήϊος — ΐη, ον, Α (επικ. τ.) 1. ταφεῑος* 2. φρ. «φᾱρος ταφήϊον» σεντόνι με το οποίο τύλιγαν τους νεκρούς, σάβανο (Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τάφος + κατάλ. ήϊος (πρβλ. πολεμ ήϊος)] … Dictionary of Greek
ταφήιον — ταφήιος of masc acc sg ταφήιος of neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ταφήια — ταφήιος of neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τάφιος — Μυθικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Ιπποθόης την οποία ο θεός ακολούθησε στις Εχινάδες Νήσους. Ο Τ. εγκατέλειψε τις Μυκήνες, την πόλη που γεννήθηκε και αποίκησε το νησί Τάφο. Αργότερα γύρισε στην πατρίδα του και σκότωσε τους γιους του … Dictionary of Greek
ταφείος — εία, ον, Α 1. ταφήϊος* 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ταφεῑον ο τάφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τάφος + κατάλ. εῖος (πρβλ. οἰκ εῖος)] … Dictionary of Greek
ԳԵՐԵԶՄԱՆԱԿԱՆ — (ի աց.) NBH 1 0547 Chronological Sequence: Unknown date, 5c, 7c, 10c, 11c, 12c, 13c, 14c ա. τάφιος, ταφήϊος sepulchralis, funebris, funeralis Որ ինչ անկ է գերեզմանի եւ թաղման կամ ասի ʼի վերայ գերեզմանի իբրեւ ճառ թաղման՝ ողբական եւ ներբողական. որ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)