Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

τίνυσθαι

См. также в других словарях:

  • τίνυσθαι — τί̱νυσθαι , τίνυμαι punish pres inf mid …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τίνυμαι — ΜΑ και τίννυμαι και τείνυμαι και μτγν. ενεργ. τ. τιννύω Α τιμωρώ («τίνυται ὅστις ἁμάρτῃ», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. παίρνω εκδίκηση, εκδικούμαι για κάτι 2. επιβάλλω ως ποινή, ως τιμωρία («δὶς τόσα τίνυσθαι», Ησίοδ.) 3. (με καλή σημ.) ανταποδίδω 4. (το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»