Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

στρουϑός

См. также в других словарях:

  • στρουθός — sparrow masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στροῦθος — στρουθός sparrow masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθός — ο, ΝΜΑ και στρουθός, ἡ, Α (λόγιος τ.) ο σπουργίτης αρχ. 1. γενική ονομασία τών μή κατοικίδιων πτηνών 2. (ως αρσ.) α) το φυτό στρούθειον* β) (για πρόσ.) μτφ. (κατά τον Ησύχ.) λάγνος, ασελγής και ακόλαστος άνθρωπος, επειδή και τα παραπάνω πτηνά… …   Dictionary of Greek

  • στρουθοῖο — στρουθός sparrow masc/fem gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθοῖς — στρουθός sparrow masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθοί — στρουθός sparrow masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθοῦ — στρουθός sparrow masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθούς — στρουθός sparrow masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθέ — στρουθός sparrow masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθῶν — στρουθός sparrow masc/fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρουθῷ — στρουθός sparrow masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»