Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σπινθ-

См. также в других словарях:

  • σπιθίζω — Ν 1. πετώ σπίθες, σπινθηρίζω 2. αναλάμπω, φέγγω 3. (για κρασί) είμαι αφρώδης. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σπινθ της λ. σπινθήρ, με αποβολή τού ν + κατάλ. ίζώ] …   Dictionary of Greek

  • σπινθήρας — Ηλεκτρική εκκένωση που παράγεται με διάσπαση συνοδευόμενη από αιφνίδια λάμψη και χαρακτηριστικό ξηρό θόρυβο. Ο σ. παράγεται όταν η τιμή της διαφοράς δυναμικού μεταξύ δύο σωμάτων ηλεκτρικά φορτισμένων υπερβεί την τιμή αντίστασης του διηλεκτρικού… …   Dictionary of Greek

  • σπινθεύω — Α σπινθηροβολώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπινθ ήρ + κατάλ. εύω] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»