-
1 σημαία
σημαίᾱ, σημαίαfem nom /voc /acc dualσημαίᾱ, σημαίαfem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————σημαίᾱͅ, σημαίαfem dat sg (attic doric aeolic) -
2 σημαία
A v. σημεία. [full] σημαιαφόρος, v. σημειοφόρος. -
3 σημαίᾳ
Βλ. λ. σημαία -
4 σημαία
-ας ἡ N 1 0-0-1-0-0=1 Is 30,17military standard, ensign; neol.? -
5 σημαία
flagΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > σημαία
-
6 σημαίας
σημαίᾱς, σημαίαfem acc plσημαίᾱς, σημαίαfem gen sg (attic doric aeolic) -
7 σημαίαν
σημαίᾱν, σημαίαfem acc sg (attic doric aeolic) -
8 σημαίαις
σημαίαfem dat pl -
9 σημαίαι
-
10 σημαῖαι
-
11 σημαιών
-
12 σημαιῶν
-
13 καθήκω
2 come down to, reach to,ἐς θάλασσαν Hdt.7.22
, 130; ἐπὶ θάλ. Id.2.32, 5.49, Th.2.27;πρὸς τὸν Μηλιακὸν κόλπον Id.3.96
; κέρκος.. εἰς λεπτὸν καθήκουσα tapering away, Arist.HA 503a20: metaph., of descent, ὃ [ γένος] εἰς αὐτὸν κ. Arr.An.1.11.8.3 come in due course to any one, καθῆκεν ἐς ἡμᾶς ὁ λόγος the turn of speaking came to us, Aeschin.2.25;παρὰ τετάρτην ἡμέραν ἑκάστῃ σημαίᾳ καθήκειν τὴν λειτουργίαν Plb.6.33.9
, cf. PCair.Zen.218.24 (iii B.C.);τῆς βολῆς καθηκούσης ἐς αὐτόν Plu.Alc.2
;ἐν τῷ ξυμποσίῳ.. ἐπὶ τὸν Θεσμόπολιν καθῆκε τὸ σκῶμμα Luc.Merc.Cond.34
.4 of Time,ὁπότε καθήκοι ὁ Χρόνος X.HG4.7.2
;ὅταν οἱ Χρόνοι καθήκωσι Arist. HA 591a8
;πρότερον ἢ τὴν ὥραν καθήκειν PRev.Laws41.14
(iii B.C.); in part., τοῦ καθήκοντος Χρόνου the normal time, S.OT75, D.4.35, cf. Aeschin.3.126; αἱ κ. ἡμέραι the regular, proper days, D.59.80;ἐν τῇ κ. ὥρᾳ Arist.HA 568a17
; ἐν τοῖς κ. καιροῖς ib. 573a30; of events, ἑορτῆς εἰς τὰς ἡμέρας ἐκείνας καθηκούσης as the festival fell on those days, Plu.Fab.18, cf. Plb.4.7.1; ἐκκλησίαν ποιῆσαι, ὅταν ἐκ τῶν νόμων καθήκῃ when it is legally due, D.19.185; ἡ κ. σύνοδος or ἐκκλησία, Plb.4.14.1, 1.15.8, etc.II to be meet, fit, proper, τοῖς κ. [ νομίμοις] Arist.Pol. 1325a13; τὰς ἐσθῆτας τὰς κ. ἀεὶ ταῖς περιθεταῖς suiting them, Plb.3.78.3; ὁ καθήκων ἐκ τῶν νομίμων ἀριθμός a quorum, D.C.39.30; alsoκαθῆκόν ἐστιν αὐτὸν ἐπαινεῖσθαι Inscr.Prien.114.32
(i B.C.).2 impers., καθήκει μοι it belongs to me, is my duty, c. inf.,οἷς καθήκει ἁθροίζεσθαι X.An.1.9.7
, cf. Cyr.8.1.4, etc.: in later writers, [tense] impf. καθῆκε in [tense] pres. sense, it is meet, proper, οὐδ' ἅψασθαι καθῆκέ τινων Aristeas 149;οὐ κ. αὐτὸν ζῆν Act.Ap.22.22
: freq. in part., τὰ καθήκοντα one's due or duty, X.Cyr.1.2.5;τὰ κατήκοντα Σπαρτιήτῃσι Hdt.7.104
; ποιεῖν τὸ κ. Men.575: esp. in Stoic philos. (from signf.1.3 acc. to D.L.7.108, cf.κατά B.1.3
), περὶ τοῦ κ., title of work by Zeno, cf. Stoic.1.55, etc.: freq. in pl., ib.3.30, etc.; μὴ κ. unbecoming, Ep.Rom.1.28.3 τὰ κατήκοντα the present crisis, Hdt. 1.97, 5.49;τὰ κ. πρήγματα Id.8.19
,40, 102.b τὰ καθήκοντα the payments due, UPZ42.15 (ii B.C.); τὴν -ουσαν ἡμῖν δίδοσθαι σύνταξιν τῶν δεόντων ib.6.4 Adv. [tense] pres. part. καθηκόντως fittingly, properly, Epicur.Ep.2p.53U., OGI90.28(Rosetta, ii B.C.), Plb.5.9.6, v.l. in D.S.1.93;πρός τι Porph.Abst.1.43
; consistently with duty, Stoic.3.188, Plu.2.448e; appropriately, c. dat., τῷ τόπῳ Aristeas 81;κ. ἔχειν πρός τι Id.87
.III τὸ καθῆκον the precise proportion, Thphr.Lap.46. -
14 σημεία
σημεία, ἡ,2 a body of troops under one standard, the Roman manipulus, UPZ14.23, al. (ii B.C.), Sammelb.1436.10 (ii B.C.), Plb.1.33.9, 3.113.3, 6.24.5, etc.; cf.σημεῖον 1.4b
.IV = σημεῖον, διαξέσας σημείας (on stone) IG7.3073.138 ([place name] Lebadea). (The spellings σημεία as in IGl.c., UPZ18.5 (ii B.C.), and good Mss. of Plb. (v. vol.4p.xxi B.-W.), D.H.8.64, 9.13, al., D.S.20.90, and σημέα as in UPZ14.23, Sammelb. l.c., Mon.Anc. Il.cc., Abh.Berl.Akad.1932 (5).41 (Pergam., ii A.D.), are prob. the only early spellings: σημαία which is found in Plu.Fab.12 and as v.l. in Plb., D.H.8.65, al., is prob. f.l. for σημέα.)
См. также в других словарях:
σημαία — σημαίᾱ , σημαία fem nom/voc/acc dual σημαίᾱ , σημαία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαίᾳ — σημαίᾱͅ , σημαία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαία — Τίτλος ελληνικών εφημερίδων. Με τον τίτλο αυτό κυκλοφόρησαν εφημερίδες το 1871 (Αθήνα και Λευκάδα), 1875 (Ερμούπολη), 1880 (Αθήνα), 1882 (Χαλκίδα) 1885 (Βόλος), 1886 (Αθήνα), 1887 (Αθήνα) 1905 (Νέα Υόρκη), 1908 (Καβάλα), 1913 (Αθήνα, Καλαμάτα)… … Dictionary of Greek
σημαία — η τεμάχιο υφάσματος με το έμβλημα και τα ιδιαίτερα χρώματα κάποιου έθνους ή οργάνωσης: Έπαρση και υποστολή της σημαίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σημαίας — σημαίᾱς , σημαία fem acc pl σημαίᾱς , σημαία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαίαν — σημαίᾱν , σημαία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαιῶν — σημαία fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαῖαι — σημαία fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημαίαις — σημαία fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Οικονομία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Η περίοδος 1830 1992 Η Επανάσταση του 1821 οδήγησε στην επίσημη ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, το 1830, κατόπιν της επέμβασης των Προστάτιδων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας). Η χώρα τότε περιελάμβανε την… … Dictionary of Greek