Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

σείσων

См. также в других словарях:

  • σείσων — earthen vessel masc nom/voc sg σείω shake fut part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σείσων — ωνος, ὁ, Α πήλινο αγγείο στο οποίο κουνούσαν τα κουκιά καθώς τα έψηναν, καβουρντιστήρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < σείω + επίθημα ων (πρβλ. καίω: καύσων)] …   Dictionary of Greek

  • σεῖσον — σείσων earthen vessel masc voc sg σείω shake aor imperat act 2nd sg σείω shake fut part act masc voc sg σείω shake fut part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σείω — ΝΜΑ, και σείνω και σείω και μεσοπαθ. σειέμαι Ν, και ποιητ. τ. σίω Α 1. κινώ κάτι προς τα εδώ και προς τα εκεί κατ επανάληψη, ανακινώ, ταλαντεύω, ταρακουνώ, δονώ (α. «καὶ σείσει τὸ κοντάριν του», Πρόδρ. β. «Θρηικίην σιόντα χαίτην», Ανακρ.) 2. παθ …   Dictionary of Greek

  • σειεύς — έως, ὁ, Α (δ. γρφ.) σείσων*. [ΕΤΥΜΟΛ. < σείω + επίθημα εύς] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»