Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

πυθοῦ

См. также в других словарях:

  • Πυθοῦ — Πῡθοῦ , Πυθώ rotting fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθοῦ — πυνθάνομαι learn aor imperat mid 2nd sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πύθου — Πύθης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πύθου — πύ̱θου , πύθω cause to rot pres imperat pass 2nd sg (attic epic doric) πύ̱θου , πύθω cause to rot imperf ind pass 2nd sg (attic epic doric) πυνθάνομαι learn aor ind mid 2nd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαγνησίας, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.636 τ. χλμ., 206.995 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας, που ωστόσο δεν συμπίπτει εντελώς με τα όρια της περιοχής της αρχαίας Μαγνησίας. Ο σημερινός ν.Μ. συνορεύει στα Β και στα Δ με τον νομό Λαρίσης, στα Ν με τον νομό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»