Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

προσφορά

См. также в других словарях:

  • προσφορά — προσφορά̱ , προσφορά bringing to fem nom/voc/acc dual προσφορά̱ , προσφορά bringing to fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφορᾷ — προσφορά bringing to fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφορά — Στην οικονομική γλώσσα σημαίνει μία ποσότητα αγαθών ή υπηρεσιών που βρίσκεται διαθέσιμη στην αγορά σε μια δεδομένη στιγμή και σε μια καθορισμένη τιμή. Ο σχετικός καθορισμός της τιμής είναι απαραίτητος, γιατί η π. οποιουδήποτε αγαθού τείνει… …   Dictionary of Greek

  • προσφορά — η 1. η πράξη και το αποτέλεσμα του προσφέρω, παροχή, δωρεά, βοήθεια υλική ή ηθική: Η προσφορά των δασκάλων στη νεότητα είναι πολύτιμη. 2. (εκκλησ.), άρτος που προσφέρεται από τους πιστούς για τη Θεία Κοινωνία, αλλ. πρόσφορο, λειτουργιά. 3. (οικον …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πρόσφορα — πρόσφορος serviceable neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφορᾶι — προσφορᾷ , προσφορά bringing to fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφοράν — προσφορά̱ν , προσφορά bringing to fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφοράς — προσφορά̱ς , προσφορά bringing to fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κτέρισμα — Προσφορά προς τιμήν του νεκρού, κατά την αρχαιότητα. Η λέξη προέρχεται από την λέξη κτέρας, που σήμαινε την ιδιοκτησία ή το δώρο. Κ. ονομάζονται κυρίως τα αγαπημένα αντικείμενα του νεκρού, τα οποία τοποθετούσαν κοντά του και μέσα στον τάφο ή… …   Dictionary of Greek

  • προσφοραῖς — προσφορά bringing to fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφοραί — προσφορά bringing to fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»