-
1 προσφοραίς
-
2 προσφοραῖς
См. также в других словарях:
προσφοραῖς — προσφορά bringing to fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 προσφοραίς
2 προσφοραῖς
προσφοραῖς — προσφορά bringing to fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)