Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

πιθανότης

См. также в других словарях:

  • πιθανότης — persuasiveness fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανοτήτων — πιθανότης persuasiveness fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότησι — πιθανότης persuasiveness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότησιν — πιθανότης persuasiveness fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητα — πιθανότης persuasiveness fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητας — πιθανότης persuasiveness fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητες — πιθανότης persuasiveness fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητι — πιθανότης persuasiveness fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητος — πιθανότης persuasiveness fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πιθανότητα — Η θεωρία των πιθανοτήτων είναι ένας αρκετά νέος, σχετικά, κλάδος των μαθηματικών, του οποίου η συμβολή και η σημασία του για τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, τη βιολογία, τη βλητική, καθώς και για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη βιομηχανία… …   Dictionary of Greek

  • художество — @font face {font family: ChurchArial ; src: url( /fonts/ARIAL Church 02.ttf );} span {font size:17px;font weight:normal !important; font family: ChurchArial ,Arial,Serif;}  сущ. (πιθανότης) искусная, убедительная речь, ловкое… …   Словарь церковнославянского языка

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»