Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

περκ-ν-ός

См. также в других словарях:

  • Περκ, Ζακ Φαμπρις Χερμάν — (Perk, Ντόρντρεχτ 1859 – Άμστερνταμ 1881). Ολλανδός ποιητής. Ακολούθησε νομικές σπουδές στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ. Σ’ ένα ταξίδι του στις Αρδένες γνώρισε τη Ματίλντ Τομά, μια κοπέλα από το Βέλγιο, που του ενέπνευσε τους στίχους τηςΜατίλντ,… …   Dictionary of Greek

  • περκνός — ή, ό / περκνός, ή, όν, ΝΑ 1. σκούρος, μαυριδερός, σαν το χρώμα τής ελιάς όταν αρχίζει να ωριμάζει αρχ. το αρσ. ως ουσ. ο περκνός α) είδος αετού («αἰετὸν... ὅν καὶ περκνὸν καλέουσι», Ομ. Ιλ.) β) το πτηνό πλάγγος. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. περκ νός… …   Dictionary of Greek

  • Real Betis Balompié — Real Betis Nombre completo Real Betis Balompié S.A.D. Apodo(s) Béticos, Verdiblancos, Verderones, Verdolagas.[1] Fundación 12 de se …   Wikipedia Español

  • Börs, der — Der Bȫrs, des es, plur. die e, ein eßbarer Fisch in süßen Wassern, welcher kleine harte Schuppen und rothe Floßfedern hat, und gemeiniglich silberfarben ist, mit dunkelen Streifen, nach Beschaffenheit des Wassers aber auch oft schwärzlich… …   Grammatisch-kritisches Wörterbuch der Hochdeutschen Mundart

  • θυννάς — θυννάς, ἡ (Α) μικρή θύννα*. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. τού θύννα κατά τα καρκιν άς, περκ άς] …   Dictionary of Greek

  • κελαινός — κελαινός, ή, όν (Α) 1. αυτός που έχει σκοτεινό χρώμα, μαύρος (α. «κελαινὴ νύξ», Ομ. Ιλ. β. «κελαιναὶ Ἐρινύες» γ. «κελαινὰν θῑνα») 2. αυτός που δεν τόν φωτίζει ο ήλιος, σκοτεινός 3. μτφ. (για πάθος) δυσάρεστος, δριμύς («κελαινὴ δίψα», Λυκόφρ.) 5.… …   Dictionary of Greek

  • φήνη — ἡ, Α 1. είδος αρπακτικού πτηνού, πιθ. ο γενειοφόρος γυπαετός·2. ιερό πτηνό τής Αθηνάς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. ονομασία αρπακτικού πτηνού, η οποία, κατά μία άποψη, ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *bhā / *bh(e)ә2 «λάμπω, φωτίζω» (βλ. λ. φως) και αποτελεί… …   Dictionary of Greek

  • Ολλανδία — I Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με το Βέλγιο, Α με τη Γερμανία, και βρέχεται Β από τη Βόρεια θάλασσα.Το σημερινό έδαφος της Ο. προέκυψε μετά την αποχώρηση του Βελγίου, το 1830, από το βασίλειο της Ο., το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1815 …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»