Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

περι-κτείνω

См. также в других словарях:

  • περικτεινώμεθα — περί κτείνω kill aor subj mid 1st pl περί κτείνω kill pres subj mp 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικτείνοντο — περί κτείνω kill imperf ind mp 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περικτείνομαι — Α (επικ. τ.) φονεύομαι γύρω από κάποιον ή από κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κτείνω «σκοτώνω»] …   Dictionary of Greek

  • πνευματοκτόνος — ον, Ν αυτός που σκοτώνει το πνεύμα, ο καταστροφικός για την πνευματική υγεία ενός ανθρώπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < πνεύμα, ατος + κτόνος (< κτείνω). Η λ. μαρτυρείται από το 1872 σε έκθεση διαγωνίσματος περί παιδείας] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»