Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

περιδρύπτω

См. также в других словарях:

  • περιδρύπτω — Α 1. ξεφλουδίζω, αφαιρώ ολόγυρα τον φλοιό 2. καταξεσχίζω γύρω γύρω («ἐκ δίφροιο παρὰ τροχὸν ἐξεκυλίσθη, ἀγκῶνάς τε περιδρύφθη», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + δρύπτω «ξεσχίζω, ξεφλουδίζω»] …   Dictionary of Greek

  • περιδρυπτόμενος — περιδρύπτω tear all round pres part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιδρύπτεται — περιδρύπτω tear all round pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιδρύφθη — περιδρύπτω tear all round aor ind pass 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιδρύφθησαν — περιδρύπτω tear all round aor ind pass 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιδρύψῃς — περιδρύπτω tear all round aor subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιεδρύφθη — περϊεδρύφθη , περιδρύπτω tear all round aor ind pass 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • περιεδρύφθησαν — περϊεδρύφθησαν , περιδρύπτω tear all round aor ind pass 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»