Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

οἰομένω

См. также в других словарях:

  • ὀιομένῳ — ὀϊομένῳ , οἴομαι forebode pres part mp masc/neut dat sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰομένω — οἴομαι forebode pres part mp masc/neut nom/voc/acc dual οἴομαι forebode pres part mp masc/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰομένῳ — οἴομαι forebode pres part mp masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἰομένωι — οἰομένῳ , οἴομαι forebode pres part mp masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυτέλεια — η, ΝΑ [πολυτελής] 1. το να ζει κανείς ξοδεύοντας πολλά χρήματα, πολυδάπανα («τὴν εὐδαιμονίαν οἰομένῳ τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν εἶναι», Ξεν.) 2. ο πλούτος τής εμφάνισης, η μεγαλοπρέπεια, το λούσο νεοελλ. 1. (οικον.) η χρήση αντικειμένων και η δαπάνη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»