Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

νηδὺν

См. также в других словарях:

  • νηδύν — νηδύ̱ν , νηδύς any of the cavities fem acc sg νηδύς any of the cavities fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • TANTALUS — I. TANTALUS Iovis et Nymphae Plotae filiteste Eusebiô, l. 2. Praep. Euang. cum tamen Io. Diaconus et Didymus Iovis et Plutus Nymphae filium fuisse arbitrantur: quem Tzetzes hist. 10. chil. 5. praedictâ quidem matre genitum, ac patre Imolo Lydiae… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εξαμβλώνω — (AM ἐξαμβλῶ, έω) [αμβλώ] προκαλώ άμβλωση, πρόωρη αποβολή τού εμβρύου («σὴν παῑδα φαρμακοῡμεν καὶ νηδὺν ἐξαμβλοῡμεν», Ευρ.) αρχ. 1. κάνω κάτι μάταιο («φροντίδ ἐξήμβλωκας», Αριστοφ.) 2. διαφθείρω, χαλώ («ποία σώματος ἰσχύς οὐκ ἐξαμβλοῡται... δι… …   Dictionary of Greek

  • κοιλιά — Όρος που αναφέρεται σε κάποιες ανατομικές δομές. Κατ’ αρχήν σημαίνει την περιοχή του ανθρώπινου σώματος που βρίσκεται στη βάση του κορμού, η οποία παρεμβάλλεται μεταξύ θώρακα και λεκάνης. Αποτελείται από μυϊκά και οστέινα τοιχώματα που καθορίζουν …   Dictionary of Greek

  • υποσύρω — Α [σύρω] 1. σύρω προς τα κάτω 2. μτφ. α) παρασύρω βαθμιαία («εἰς ἀταξίαν ὑποσύρεται γυνή», Κλήμ. Αλ.) β) συντέμνω, ελαττώνω («συγγραφέων... ὑποσεσυρκότων τὴν γραφήν», Δίον. Αλ.) 3. μέσ. ὑποσύρομαι υποσκάπτω («ὑποσύρεσθαι χώματα», Αππ) 4. φρ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»