Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

νείκειον

См. также в других словарях:

  • νείκειον — νεικέω quarrel imperf ind act 3rd pl (epic ionic) νεικέω quarrel imperf ind act 1st sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χολωτός — ή, όν, Α 1. ο γεμάτος θυμό, οργισμένος («νείκειον δ Ὀδυσῆα χολωτοῑσιν ἐπέεσσιν», Ομ. Οδ.) 2. (πιθ. στον Λουκιαν., με κυριολ. σημ.) ο γεμάτος χολή. [ΕΤΥΜΟΛ. < χόλος + κατάλ. ωτός (πρβλ. ὀδοντ ωτός)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»