Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ναυσίαν

См. также в других словарях:

  • ναυσιᾶν — ναυσιάω pres part act masc voc sg (doric aeolic) ναυσιάω pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ναυσιάω pres part act masc nom sg (doric aeolic) ναυσιᾶ̱ν , ναυσιάω pres inf act (epic doric) ναυσιάω pres inf act (attic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ναυσίαν — ναυσίᾱν , ναυσιάω imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ναυσίᾱν , ναυσιάω imperf ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τύπος — Στα μαθηματικά είναι η συμβολική γραφή που εκφράζει κάποια σχέση ισότητας ή ανισότητας, ή είναι η έκφραση ενός μεγέθους σε συνάρτηση άλλων μεγεθών κλπ. Με τη γενική αυτή έννοια, ο τ. παριστάνει με διάφορα σύμβολα μια μαθηματική πρόταση.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»