Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μηλόω

См. также в других словарях:

  • μαλατήρες — μαλατῆρες (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ναῡται». [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο τ. μαλατῆρες είναι εσφαλμένη γραφή τού τ. μᾱλωτῆρες, οπότε η λ. συνδέεται με τους τύπους (τής ιατρικής ορολογίας) μήλη «καθετήρας» και μηλόω] …   Dictionary of Greek

  • μηλωτή — (I) η (ΑΜ μηλωτή) δέρμα προβάτου, προβειά ή κάθε ακατέργαστο και τριχωτό δέρμα ζώου νεοελλ. μσν. είδος επενδύτη ή κάλυμμα τών ώμων που έχει κατασκευαστεί από τριχωτό δέρμα, ιδίως προβάτου. [ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (ΙΙ) «πρόβατο», πιθ. από αμάρτυρο ρ.… …   Dictionary of Greek

  • μηλωτής — μηλωτής, ὁ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ποιμήν». [ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (II) «πρόβατο» πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου ρ. *μηλόω (πρβλ. μηλωτή (Ι)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»