Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

μεῖδος

См. также в других словарях:

  • μείδος — μεῑδος (Α) (κατά τον Ησύχ.) «μείδημα, γέλως». [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητικός σχηματισμός από μειδιῶ] …   Dictionary of Greek

  • αγλαομειδής — ἀγλαομειδής, ές (Α) (για τον Έρωτα) αυτός που χαμογελά εύθυμα, χαρωπά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγλαός + μειδιῶ ή μεῖδος] …   Dictionary of Greek

  • αειμειδής — ές αυτός που διαρκώς χαμογελάει, φιλομειδής, γελαστός. [ΕΤΥΜΟΛ. Όπως και το φιλο μειδής, είναι δυνατό να παράγεται ή απευθείας από το μειδιώ ή από το μεῖδος (= γέλως), που σώζεται μόνο στον Ησύχιο] …   Dictionary of Greek

  • (s)mei-1, smeu- —     (s)mei 1, smeu     English meaning: to laugh, surprise     Deutsche Übersetzung: “lächeln, erstaunen”     Material: O.Ind. smáyatē, ati “lächelt”, Kaus. smüpayati; smita “lächelnd”, vi smita “erstaunt”, smaya n. “ astonishment “, smēra… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»