Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

μεντἄν

См. также в других словарях:

  • μέντἄν — μέντἀν , μέντοι indeclform (particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεντάν — (Medan). Πόλη της Ινδονησίας (1.974.300 κάτ. το 1997) στο νησί Σουμάτρα, πρωτεύουσα της επαρχίας της Βόρειας Σουμάτρα (73.587 τ. χλμ., 11.649.655 κάτ. το 2000). Είναι κτισμένη κοντά στον ποταμό Nτελί και απέχει λίγα χιλιόμετρα από τη… …   Dictionary of Greek

  • μεντἄν — μέντοι indeclform (particle) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μένταν — Μέντᾱν , Μέντης masc acc sg (epic doric aeolic) Μέντης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Σουμάτρα — (Σουματέρα μαλαϊκά). Νησί της νοτιοανατολικής Ασίας, που πολιτικά ανήκει στη Δημοκρατία της Ινδονησίας, της οποίας αποτελεί, μαζί με τα μικρότερα νησιά που την περιβάλλουν, ολόκληρο το δυτικό τμήμα. Έχει έκταση 481 780 τ. χλμ. και πληθυσμό πάνω… …   Dictionary of Greek

  • Krasis — (griech. κρᾶσις – „Mischung“) ist in der Grammatik die Zusammenziehung eines Vokals oder Diphthongs am Ende eines Wortes mit dem Anfangsvokal des nächsten Wortes. Inhaltsverzeichnis 1 Altgriechische Beispiele 2 Französische Beispiele …   Deutsch Wikipedia

  • μεν — (Maine). Ιστορική περιοχή της βορειοδυτικής Γαλλίας. Αντιστοιχεί σε μεγάλο μέρος στους σημερινούς νομούς Σαρτ και Μαγέν. Το έδαφος είναι ως επί το πλείστον πεδινό και κυματοειδές και διαρρέεται από διάφορους ποταμούς (Σαρτ, Μαγέν και Λουάρ), οι… …   Dictionary of Greek

  • νατουραλισμός — Λογοτεχνικό κίνημα με πανευρωπαϊκή και παγκόσμια απήχηση, που ξεκίνησε από τη Γαλλία, όπου είχε και τους σημαντικότερους εκπροσώπους του. Χρονολογικά συμπίπτει (στη Γαλλία) με την πρώτη εικοσαετία της Τρίτης Δημοκρατίας, που εγκαθιδρύθηκε το 1871 …   Dictionary of Greek

  • υποστένω — Α 1. στενάζω ήρεμα 2. γογγύζω («ὑποστένοι μεντἂν ὁ θρανίτης λεώς», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + στένω «στενάζω»] …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»