Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

λημᾷν

См. также в других словарях:

  • λημᾶν — λήμη a humour that gathers in the corner of the eye fem gen pl (doric aeolic) λημάω to be bleared pres part act masc voc sg (doric aeolic) λημάω to be bleared pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) λημάω to be bleared pres part act masc …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λημᾷν — λημάω to be bleared pres inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χύτρα — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. κύθρη και δωρ. τ. κύθρα και σικελ. τ. κύτρα Α πήλινο μαγειρικό σκεύος για βράσιμο φαγητού, με δύο συνήθως λαβές, κν. σήμερα τσουκάλι (α. «Χριστός θα φέρη ξύλα και ψωμί και μίαν χύτραν κοχλάζουσαν επί τού πυρός», Παπαδ. β.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»