-
1 λαμπαδηφορία
λαμπαδηφορίᾱ, λαμπαδηφορίαfem nom /voc /acc dualλαμπαδηφορίᾱ, λαμπαδηφορίαfem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
2 λαμπαδηφορια
-
3 λαμπαδηφορία
η факельное шествие -
4 λαμπαδηφορία
A = λαμπαδηδρομία, Hdt.8.98.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμπαδηφορία
-
5 λαμπαδηφορία
λαμπαδη-φορία, ἡ, das Fackeltragen, eine Art Fackellauf -
6 λαμπαδηφορία
fener alayı -
7 λαμπαδηφορίας
λαμπαδηφορίᾱς, λαμπαδηφορίαfem acc plλαμπαδηφορίᾱς, λαμπαδηφορίαfem gen sg (attic doric aeolic) -
8 λαμπαδηφορίαν
λαμπαδηφορίᾱν, λαμπαδηφορίαfem acc sg (attic doric aeolic) -
9 λαμπαδηφορίαις
λαμπαδηφορίαfem dat pl -
10 λαμπαδηφορίη
λαμπαδηφορίαfem nom /voc sg (epic ionic) -
11 λαμπαδο-φορία
λαμπαδο-φορία, ἡ, v. l. für λαμπαδηφορία.
-
12 λαμπαδο υχία
λαμπαδο υχία, ἡ, = λαμπαδηφορία, Lycophr. 1179 im plur.; K. S.
-
13 λαμπαδηδρομία
η1) см. λαμπαδηφορία; 2) уст. бег с зажжёЯным факелом -
14 γυμνασιαρχέω
A to be gymnasiarch, at Athens and elsewhere, IG 3.1104, al., 5(1).481, al. ([place name] Sparta), 7.1669 ([place name] Plataea), BGU184.3 (i A. D.), etc.;εἰς Προμήθεια Lys.21.3
, Is.7.36; γ. λαμπάδι (cf. λαμπαδηφορία) Id.6.60:—[voice] Med.,γυμνασιαρχεῖσθαι ἐν ταῖς λαμπάσι X.Vect. 4.52
.II trans., provide for, supply as gymnasiarch, πάντα τὰ γυμνάσια Keil-Premerstein Zweiter Bericht No.69 :—[voice] Pass., to be supplied with gymnasiarchs,γυμνασιαρχοῦσιν οἱ πλούσιοι.., ὁ δὲ δῆμος γυμνασιαρχεῖται X.Ath.1.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γυμνασιαρχέω
-
15 λαμπάδιος
2 of a torch,πῦρ Hld.1.18
codd. [suff] λαμπᾰδ-ιστής, οῦ, ὁ, runner in torch-race,τὸ κοινὸν τῶν λ. SIG1068.2
(Patmos, iii/ii B. C.), cf. 671 A10 (Delph., ii B. C.); subject of painting by Pyrrho, D.L.9.62.II λ. ἀγών, = λαμπαδηφορία, Sch.Ar.Ra. 131.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμπάδιος
-
16 λαμπαδοδρομικός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμπαδοδρομικός
-
17 λαμπάδουχος
λαμπᾰδουχ-ος, ον,A torch-carrying, bright-beaming, (lyr.); λ. δρόμος, λ. ἀγών, = λαμπαδηφορία, Lyc.734, Sch.Ar.Ra. 131.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > λαμπάδουχος
См. также в других словарях:
λαμπαδηφορία — λαμπαδηφορίᾱ , λαμπαδηφορία fem nom/voc/acc dual λαμπαδηφορίᾱ , λαμπαδηφορία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδηφορία — η (AM λαμπαδηφορία, Α ιων. τ. λαμπαδηφορίη) [λαμπαδηφόρος] πομπή, παρέλαση ή αγώνας δρόμου κατά τη νύχτα με αναμμένους δαυλούς … Dictionary of Greek
λαμπαδηφορία — η νυχτερινή πομπή αποτελούμενη από ανθρώπους που κρατούν λαμπάδες ή φανάρια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λαμπαδηφορίας — λαμπαδηφορίᾱς , λαμπαδηφορία fem acc pl λαμπαδηφορίᾱς , λαμπαδηφορία fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδηφορίαν — λαμπαδηφορίᾱν , λαμπαδηφορία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδηφορίαις — λαμπαδηφορία fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαμπαδηφορίη — λαμπαδηφορία fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προμήθεια — Γιορτή της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν του Προμηθέα. Ήταν πανάρχαιη ετήσια γιορτή στη διάρκεια της οποίας γινόταν και λαμπαδηφορία. Κατά τον Παυσανία, η λαμπαδηφορία είχε αφετηρία τον βωμό του Προμηθέα στην Ακαδημεία και τέρμα της την Ακρόπολη. * * … Dictionary of Greek
Прометей — (Προμηθεύς, Prometheus) в греческой мифологии сын титана Иапета и Климены (по друг., Азии, Фемиды), или Урана и Климены, или Эвримедонта и Геры, брат Атланта, Менойтия, Эпиметея, супруг Гесионы (по друг. Аксиофеи, Пандоры), отец Девкалиона,… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Lampadedromie — Lampadédromie Lampadédromie sur une œnochoé attique à figures rouges du Fat Boy Group, IVe siècle av. J. C., musée du Louvre Les lampadédromies ( … Wikipédia en Français
Lampadédromie — sur une œnochoé attique à figures rouges du Fat Boy Group, IVe siècle av. J.‑C., musée du Louvre Les lampadédromies (λαμπαδηδρομία) ou lampadéphories ( … Wikipédia en Français