Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κριθαία

См. также в других словарях:

  • κριθαία — κριθαία, ἡ (Α) σούπα από κριθάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κριθή + κατάλ. αία (πρβλ. αλμ αία, σιτ αία)] …   Dictionary of Greek

  • κριθή — ή (AM κριθή, ή, Α επικ. τ. και κρῑ, τὸ) 1. φυτό δημητριακό, εδώδιμο, βιομηχανικό και κτηνοτροφικό, που σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση ανήκει στην οικογένεια τών αγρωστωδών, το κριθάρι 2. ο καρπός τού φυτού αυτού («οἴνω δ ἐκ κριθέων πεποιημένῳ… …   Dictionary of Greek

  • κριθαίην — κρῑθαίην , κριθάω to be barley fed pres opt act 1st sg κριθαία barley pottage fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»