Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κλῶσ-μα

См. также в других словарях:

  • καταβρώθω — (Α) κατατρώγω. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για υποχωρητικό σχηματισμό από τον παθ. αόρ. κατ ε βρώ θην τού κατα βι βρώ σκω κατά το σχήμα ἐ κλώσ θην: κλώθω] …   Dictionary of Greek

  • ξάσιμο — το η ξάνση, το λανάρισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ξασ τού ξαίνω (πρβλ. ξάσμα) + κατάλ. (σ)ιμο (πρβλ. γνέσ ιμο, κλώσ ιμο)] …   Dictionary of Greek

  • ξαντήριο — το το εργαστήριο τού ξάντη, ο τόπος και οι εγκαταστάσεις όπου γίνεται το λανάρισμα, λαναριστήριο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ξαν τού ξαίνω + κατάλ. τήριο (πρβλ. κλωσ τήριο)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»